Δάρδανοι και Μακεδόνες
Των Ι. Ν. Καζάζη και Φ. Μαλιγκούδη
O ΕΘΝΟΓΕΝΕTIΚΟΣ μύθος, από τον οποίο – εδώ και πέντε σχεδόν δεκαετίες – αντλούν «επιχειρήματα» οι ακαδημαϊκές και άλλες γραφίδες των βορείων μας γειτόνων και παράγουν πραγματείες, συντηρώντας το ιδεολόγημα περί του «μακεδoνικού» έθνους, αρχίζει, όπως είναι γνωστό, με έναν συλλογισμό ψευδο-διαλεκτικής υφής: «Το “μακεδονικό” έθνος αποτελεί την ιστορική σύνθεση δύο στοιχείων: του αρχαίου, και μη ελληνικού, φύλου των Μακεδόνων και των Νοτιοσλαβων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν κατά τον 7ο αιώνα στη γεωγραφική περιοχή της νοτιότερης OA της Γιουγκοσλαβίας».
Στόχος του παρόντος δεν είναι να καταδείξει την, αυταπόδεικτη άλλωστε, αναλήθεια του παραπάνω κρατικού δόγματος, αλλά να υπενθυμίσει, επειδή «οι λίγοι φθέγγονται», ένα αντικειμενικό ιστορικό δεδομένο: ότι, δηλαδή, η επικράτεια του κρατικού μορφώματος εκείνου, το οποίο σήμερα επιδιώκει διεθνή αναγνώριση, περιλαμβάνει πολύ μικρό μόνον μέρος της γεω* γραφικής έκτασης της αρχαίας Μακεδονίας, Η τέως OA της Γιουγκοσλαβίας (περιλαμβανομένης και της πρωτεύουσας, των Σκοπίων, αρχ, Scupi) ταυτίζεται γεωγραφικά με την περιοχή εκείνη η οποία κατά την αρχαιότητα μαρτυρειται ως ο χώρος των Δαρ-δάνων, ενός φύλου που, εθνογλωσ-σικά, μοιάζει μάλλον ναανήκε στον ιλλυρικό κλάδο.
Είναι γνωστό ότι το όνομα Δάρδανος/Δαρδάνιος αντιστοιχούσε σε ιδιαίτερο «βαρβαρικό» φύλο, το οποίο υπήρξε βεβαιωμένα δραστήριο κατά τη δεύτερη χιλιετία π.χ. στην περιοχή τηςΤρωάδας και στην καρδιά της Βαλκανικής, και μάλιστα προφανώς στην ίδια περιοχή που κατελάμβανε στα ιστορικά χρόνια’. Η σοβαρότερη πηγή της πληροφορίας είναι ο Όμηρος, ο οποίος παραδίδει το όνομα και ως εθνικό και ως κύριο. Τέσσερις δεκάδες χωριά της Ιλιάδας εξονομάζουν ως Δαρδάνους ή Δαρδανίους τους σημαντικότερους συμμάχους των Τρώων, ανατρέχουν στη γενεαλογία του επώνυμου γενάρχη τους και στη μυόική πόλη που έχτισε ο γιος αυτός του Δία και αναφέρουν τις Δαρδάνιες πύλες ως συγκεκριμένο τοπογραφικό σημείο της Τροίας. Λεπτομέρεια χαράκτηριστική για την εξέχουσα θέση των Δαρδάνων: στις επίσημες προσφωνήσεις του Αγαμέμνονα, ο ποιητής κατονομάζει, εκτός των Τρώων, μόνο τους Δαρδάνους, αφήνοντας στην ανωνυμία τους άλλους επικούρους του αντιπάλου στρατοπέδου: Κέκλυτέ μευ, Τρώες και Δάρδανοι ηδ επίκουροι.
Υπάρχουν και άλλες αρχαίες πηγές για τη μελέτη του ιστορικού παρελθόντος του φύλου αυτού, τόσο έμμεσες (έλληνες και ρωμαίοι ιστορικοί, γεωγράφοι. κλπ.) όσο και άμεσες (γλωσσικά στοιχεία, συναγόμενα κυρίως από επιγραφές και νομίσματα, και αρχαιολογικά ευρήματα). Στις πολυτιμότερες από αυτές ανήκουν κάποιες επιγραφές, η λυδία λίθος πάντα για τον έλεγχο των ισχυρισμών της ιστοριογραφίας. Από το συλλεγμένο πρωτογενές υλικό2 παρουσιάζονται σήμερα εδώ δύο τρία εύγλωττα δείγματα επιγραφών (το ένα σχολιασμένο και τα άλλα ασχολίαστα), με προέλευση το σημερινό κράτος των Σκοπίων.
[ λείπουν 3 στίχοι]
4 […ΤΑ..ΑΝ..]
[…]στενα[…]
[..]φοι ταύτα [ει]ς τους [.
[…ΣΑΧΡΑ. Ν] αν[α-
8 |γρά]ψαντες εις σ[τή·
[λην] ανά[θ]ετε (;) εν τωι
επκραν[ε]στάτωι τ[ό]η[ωι
έτους Ει’ Πανήμου [..
12 […]κατλεστων [οι πα-
[ρ]αταξαμενοι επί
του βασιλέως Φιλίπ-
που προς Δαρδανέ[ων
16 [λαώι λή]σαντες**
Παραλείπουμε τις τεχνικές λεπτομέρειες, για να δώσουμε τα εντελώς απαραίτητα σχόλια, Η ακρωτηριασμένη επιγραφή βρέθηκε εντοιχισμένη στην εκκλησία της Αγ. Άννας, 1 χλμ, δυτικά από το χωριό Oleveni (Ν, του Μοναστηρίου, δηλ. της αρχαίας Ηράκλειας στη Λυγκηστιδα) και δημοσιεύτηκε το 1948 από τον Ν. Vulic’ και το 1970 από τη R Papazoglou στον 20ό τόμο του αρχαιογνωστικού περιοδικού «Ziva antika» που εκδίδεται στα Σκόπια. Η μετεγγραφή του κειμένου ανήκει στον Γ Mikulcic.
Στ. 11, «Πανήμου»: ένατος μήνας του μακεδόνικου ημερολογίου (=Ιούνιος),
Στ. 12,ΚΑΤΛΕΣΤΩΝ: διατυπώθηκε η υπόθεση ότι πρόκειται για (ένα άγνωστο ως τώρα) άνομα εθνικό {F. Papazoglou) – η συμπλήρωση του συγκεκριμένου ονόματος δεν είναι καθόλου σίγουρη , αλλά ίσως ούτε και απαραίτητη για το νόημα.
Στ. 13-15, επί του βασιλέως Φιλίππου: ενώ η επί + γεν. συνήθως έχει χρονική σημασία, μπορεί εδώ (όπως διδάσκει ένα παράλληλο χωρίο της εποχής) να ισοδυναμεί με την υπό* «όσοι από τους (…) συστρατεύτηκαν υπό τον βασιλέα Φίλιππο».
Παρά τα αμφίβολα, είναι σαφές ότι πρόκειται για αναθηματική επιγραφή που έστησαν (από τα πολεμικά τους λάφυρα) οι σύμμαχοι που πολέμησαν με τον Φίλιππο και νίκησαν τους Δαρδάνους.
|
Η ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΗ αυτή μαρτυρία έχει τη δική της αξία, όχι μόνο γιατί αποτελεί το πρώτο, κατά πάσα πιθανότητα, ιστορικό ντοκουμέντο για τους Δαρδάνους. Με το συγκεκριμένο περιεχόμενο του ενισχύει τα γενικώς γνωστά για το φύλο αυτό από άλλες γραπτές πηγές: (α) μιλά, σε συγκεκριμένο χρόνο, για μια αποφασιστική νίκη ενός γνωστού βασιλέα των Μακεδόνων επί των Δαρδάνων, (β) διακρίνει σε δύο στρατόπεδα Μακεδόνες και Δαρδάνους-πρώτ’ απ’ όλα γλωσσικά, συνηγορώντας, με τη γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο, υπέρ της ελληνικότητας των αρχαίων Μακεδόνων, ενώ, αντίθετα, όσα ξέρουμε από άλλες ντόπιες επιγραφές για τη γλώσσα των Δαρδάνων μάς απομακρύνουν ξεκάθαρα από την ελληνική. Η ίδια η παρουσία, τέλος, της επιγραφής μέσα στην περιοχή του σημερινού κρατιδίου των Σκοπίων αποκαλύπτει τις πραγματικές ρίζες του ντόπιου πληθυσμού και διαψεύδει τις όποιες διεκδικήσεις επί άλλων καταγωγικών τίτλων προβάλλει συστηματικά η κρατική του προπαγάνδα.
< Για τη χρονολόγηση, πρώτα. Ως πρόσφατα πιστευόταν ότι εδώ γίνεται λόγος για τον Φίλιππο Ε1 της Μακεδονίας (238-179). Η πιθανότερη όμως εκδοχή είναι ότι πρόκειται για τον Φίλιππο τον Β’ (359-336). Ξεκινώντας από το δεδομένο ότι στην επιγραφή γίνεται ρητός λόγος για το 16ο έτος της βασιλείας ενός μη ταυτιζόμενου Φιλίππου, φθάνουμε: για τον Φίλιππο τον Ε’ στο 207-6 πΧ (τότε η μαρτυρία είναι ίσως συνδυάσιμη με αναθηματική επιγραφή Φιλίππου στη Λίνδο, αλλά και με ένα χωρίο του Διόδωρου 28:2) και για τον Β’ στο 344-3 π.Χ.)· Το έτος 344/3 βολεύει τα υπόλοιπα στοιχεία. Η, σύμφωνα με την επιγραφή, στρατιωτική επιτυχία του Φιλίππου κατά των Δαρδάνων μπορεί να ταυτιστεί με νίκη του Φιλίππου του Β’ κατά του ίδιου φύλου, μαρτυρούμενη από τον ιστορικό Ιουστίνο (8.6.2) και υπαινικτικά χρονολογούμενη από αυτόν στην ίδια εποχή. Γιατί στο σημείο αυτό της εξιστόρησης του, με τη φράση «αφού έφερε τη γαλήνη και την τάξη στα πράγματα της Μακεδονίας, ο Φίλιππος με δόλο υπέταξε τους Δαρδανούς και τους άλλους γείτονες”, ο Ιουστίνος προφανώς υπονοεί την καταστροφή της Ολύνθου (348) και τη φιλοκράτειο ειρήνη (346). Το συμπέρασμα στηρίζει και η παλαιογραφική εξέταση της επιγραφής.
ΗΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ Μακεδόνων – Δαρδάνων είναι κατά τις αρχαίες πηγές, σαφής και πολλαπλά βεβαιωμένη. Στον Όμηρο οι Δάρδανοι ανήκουν στο τρωικό στρατόπεδο, αρχηγός του ίδιου του τρωικού οίκου είναι ο μυθικός Δάρδανος: από τον Δία ως τον Πρίαμο μεσολαβούν έξι γενιές Δαρδανιδών, κατά την ιλ. 20.215 εξξ. Ολόκληρη η ιστορία των Δαρδάνων, κατά την ιστορική εποχή τους (που αρχίζει τον 4ο αιώνα πΧΚ είναι μια ιστορία των συγκρούσεων τους με τους Μακεδόνες. Ο Λίβιος λέει (40.57,6) ότι υπήρξαν ανέκαθεν οι μεγαλύτετοι εχθροί των Μακεδόνων (Dardani, gens semper infestisstma Macedoniae). Για να παραλείψουμε τα πολλά, το 200 π.Χ. συμμάχησαν με τη Ρώμη εναντίον του Φιλίππου του Β’. Με την υποταγή της Μακεδονίας στους Ρωμαίους συνέπεσε και η ρωμαϊκή κατάκτηση της Δαρδανίας, Από τα μέσα του 1ου αι. μ,Χ. διαπιστώνονται αποικίες βετεράνων στη Δαρδανία και η πόλη Scupi, τα Σκόπια, αναπτύσσεται σε μητρόπολη της.
Ο γεωγράφος Πτολεμαίος (161-180 μΧ) διασώζει τα ονόματα τεσσάρων δαρδανικών πόλεων: Ναϊσσός, Αρριβάντιον, Ουλπιανόν, Σκούποι (3.9.4). Από άλλες πηγές προστίθενται άλλα δύο: Ουενδενίς και Ουελλανίς. Επαρχία ρωμαϊκήt από την εποχή του Διοκλητιανού, με το όνομα Δαρδανία, σταθεροποίησε τα όριά της: Morawa, Krusevac, Nis, Visegrad3, Στην περιοχή του σκοπιανού κράτους βρέθηκαν νομίσματα ρωμαϊκής εποχής που ονομάζουν τους κατοίκους (Dardamci) και βωμός με την ενεπίγραφη αφιέρωση (:Dardaniae sacrum, στην Kursumlija). Στο Grehovac επίσημες επιγραφές αναφέρουν ως Cohors I και II Aureliae Dardano-rum τα στρατιωτικά σώματα που κατήρτισε ο Μ. Αυρήλιος για τη διατήρηση της τάξης στην επαρχία. Η περιοχή των παλαιών ορυχείων ονομαζόταν metalla Dardanica.
|
ΤΟ ΙΔΙΟ ριζική ήτανη γλωσσική διαφορά Μακεδόνων και Δαρδάνων, Αν και το αρχαίο γλωσσικό υλικό που διασώθηκε (τρεις όλες κιόλες δύσκολες λέξεις-«γλώσσες», όπως τις λέμε, που σώζουν δαρδανικά ονόματα φυτών – και μερικές δεκάδες ονόματα προσώπων και τόπων)4 δεν έχει οδηγήσει ακόμη σε ασφαλή συμπεράσματα, το σίγουρο είναι ότι παρουσιάζει συγγένειες προς την κατεύθυνση άλλοτε της θρακικής και άλλοτε της Ιλλυρικής – ποτέ της Μακεδόνικης, Η μελέτη του πολύτιμου υλικού όχι μόνον δεν απέφερε συμπεράσματα γενικότερα αποδεχτά, αλλά, αντίθετα, συχνά δημιούργησε εκβιαστικούς συσχετισμούς, πότε με την εθνικιστική θρακολογία των Βουλγάρων και πότε με τη σαρωτική ιλλυριολογία των αλβανών γειτόνων μας. Είναι πάντα πιθανό (και αυτή η υπόθεση έχει διατυπωθεί) να πρόκειται για υπόστρωμα αυτοχθόνων, στο οποίο επικάθησαν τα θρακικά και τα ιλλυρικά φύλα στην πορεία τους προς τα νότια. Πάντως, αν ένα μέρος από το εθνικό συνονθύλευμα του σημερινού κράτους των Σκοπίων δικαιούται να εγείρει κάποιες αξιώσεις συνέχειας με τους αρχαίους Δαρδάνους, τα πειστικότερα επιχειρήματα για να το κάμουν τα διαθέτουν οι ντόπιοι Αλβανοί, το 40% του συνολικού πληθυσμού της Ο. Δημοκρατίας των Σκοπίων.
Οι ιστορικές μαρτυρίες για την περιοχή της Δαρδανίας, που σαφώς την διαχωρίζουν από τη Μακεδονία, συνεχίζονται και κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο- Ένα οδοιπορικό που συντάχθηκε το 359-60 και σώζεται σήμερα σε λατινική μετάφραση με τον τίτλο “Expositio totius muodi et gentium” (έκδ. J- Rouge, Παρίσι 1966, σ, 186) αναφέρει: «Μετά τη Θράκη θα συναντήσεις τη Μακεδονία, στην οποία θα βρεις όλα τα προϊόντα σε αφθονία, επειδή εξάγονται από εκεί σίδηρος και πλουμιστά υφάσματα, πολλές φορές ακόμα και λαρδΐ και τυρί της Δαρδανίας, επειδή ακριβώς (η Μακεδονία) συνορεύει με τη Δαρδανία».
Η γραπτή παράδοση των ελληνικών πηγών κατά τον Μεσαίωνα (βυζαντινές ιστορικές μαρτυρίες) υποχρεώνει σήμερα τον αντικειμενικό μελετητή να μην αγνοήσει ότι και μετά την εγκατάσταση των σλαβικών φύλων στη Βαλκανική (τον 7ο αιώνα μ.Χ.) η εν λόγω γεωγραφική περιοχή ρητά αναφέρεται ως Δαρδανία στις πηγές αυτές. Ένα μικρό δειγματολόγιο:
Συνέκδημο; Ιεροκλέους, έκδ. Ηοnigmann, 655.7, όπου αναφέρεται ότι οι Σκούποι (τα Σκόπια) ανήκουν στην επαρχία της Δαρδανίας·
*Προκόπιος, Περί Κτισμάτων, έκδ» Haury, όπου Δάρδανοι (IV.1.17; IV.8.1)και Δαρδανία (IV.4, σελ. 119,40 )
*θεοφύλακτος Σιμοκάττης, έκδ, C, de Boor, όπου αναφέρεται ότι «επί το κλίτος της Δαρδανίας» ο βυζαντινός στρατηγός Πέτρος διεξάγει το 602 μάχες με τα εκεί εγκατεστημένα σλαβικά φύλα·
* θαύματα Αγίου Δημητρίου, έκδ, P. Lemerie, σ, 185,21 και 228,1 με μαρτυρίες για την εγκατάσταση των σλάβων προγόνων των σημερινών κατοίκων της περιοχής κ.ά,π. Η περιοχή παρουσιάζει συνεχή εγκατάσταση χωρίς κενά. Το ίδιο συνεχής είναι και η παρουσία της στις πηγές που συστηματικά μιλούν για Δαρδανία.
Μήπως όλα αυτά είναι άγνωστα στους επιστήμονες των Σκοπίων; Ασφαλώς όχι. Γιατί, λοιπόν, οι σημερινοί απόγονοι των κατοίκων της αρχαίας Δαρδανίας επιμένουν να ταυτίζονται με τους Μακεδόνες, δηλ. με τους πανάρχαιους εχθρούς των προγόνων τους; Η επιμονή τους θα ήταν ακατανόητη, αν δεν μεσολαβούσε, την εποχή της αναβίωσης των εθνικισμών, η πολιτική σκοπιμότητα: προφανώς, στα μάτια της φιλόδοξης ηγεσίας των Σκοπίων, οσοδήποτε λαμπρή η προϊστορία που μπορεί να της εξασφαλίσει ο Δαρδανίδης Πρίαμος, δεν αρκεί για να εξωραίσει την άδοξη ιστορική διαδρομή ενός φύλου (κατά τον Στράβωνα) αγρίου τελέως που έδρασε υπό την διαρκή σκιά της Μακεδονίας, Με αυτή τη λογική, η οικειοποίηση του μακεδόνα στρατηλάτη , ο οποίος κάποτε κατέκτησε όλο τον κόσμο, μπορεί πράγματι να προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες.
1, Η μεταναστευτική φορά των βαλκάνιων Δαρδάνων προςτη Μ. Ασία και την Ιταλία δεν αποτελεί λυμένο ιστορικό πρόβλημα.
2, Προεργασία για μια εν εξελίξει συνθετική μελέτη, η οποία έχει προσκρούσει στους, πυκνούς στον τόπο μας, οικονομικούς σκοπέλους,
3, Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι ξένοι ειδικοί επιστήμονες, μιλώντας για αυτή την αρχαία περιοχή, την ονομάζουν αδίστακτα Δαρδανία, Ο J. Bousquet τιτλοφορεί άρθρο του δημοσιευμένο στο σκοπιανό περιοδικό Ziva antika ως εξής: Une epigram-me funeraire grecquede Dardanie, τόμ. 24 (1974) σα 255-257. Στην εισαγωγική παράγραφο γράφει: «Η μαρμάρινη αυτή πλάκα έχει βρεθεί στο Λέσοκ, κοντά στο Τέτο6ο, στην άνω κοιλάδα του Βαρδάρη, στην αρχαία Δαρδανία (l’ ancienne Dardanie), στην περιοχή ανάμεσα στα Σκόπια και στην Αλβανία».
Το ίδιο το φυλετικό όνομα εμφανίζεται σε πολλές επιγραφές από ολόκληρη την ελλ/ρωμ, αρχαιότητα: Δαρδανεύς, Δαρδανίς, Δαρδάνισσα και κυρίως Δάρδανος απαντούν επανειλημμένα ως φυλετικοί χαρακτηρισμοί για δούλους κυρίως και απελεύθερους με αυτή την προέλευση. Το «Α Lexicon of Greek Personal Names» των Ρ, Μ. Fraser και Ε. Matthews (Οξφόρδη 1987) κατέγραψε μόνο στον πρώτο (από πέντε προβλεπόμενους) τόμο 18 περιπτώσεις από νησιά του Αιγαίου και την Κυρηναϊκή.
** Πλάι στη φωτογραφία η μετεγγραφή, όπως δημοσιεύτηκε από γιουγκοσλάβους επιστήμονες (ό,τι κλείνεται μέσα σε αγκύλες που ορίζουν το κατεστραμμένο τμήμα δηλώνει φιλολογική ανάγνωση ή φιλολογική συμπλήρωση).
★ Ο η. Ι. Ζ. Καζάζης είναι αναπληρωτής καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Α.Π.Θ. και ο κ, Φαίδων Μαλιγκούδης καθηγητής Σλαβολογίας στο Α.Π.Θ.
Το Βήμα, 9 Φεβ. 1992, σελ. α27
[Αρχείο Σοφίας Φ.]
Related posts:
Latest posts by D-Mak (see all)
- Greek Ministry of Culture: Archaeological Excavations And Historical Facts about Philip II’s Tomb - July 22, 2015
- Former FYROM’s Interior Minister L. Frckovski : “Drop the Dilemma, We live in Dictatorship” - February 2, 2015
- Γιατί η Ολυμπιάδα δεν είναι η ένοικος του ταφικού μνημείου της Αμφίπολης - September 11, 2014
RECENT COMMENTS