Η Καταστροφή των Θηβών από τον Αλέξανδρο (335 π.Χ.)

Του Σαράντου Καργάκου

Τα προηγηθέντα

ΔΥΟ μήνες μετά τη δολοφονία του Φιλίππου (336 π.Χ.) ο Αλέξανδρος, φοβούμενος εξέγερση των ελληνικών πόλεων, επικεφαλής μεγάλου στρατού εισέβαλε στη Ν. Ελλάδα. Οι Θεσσαλοί τον δέχθηκαν φιλικά και ανεγνώρισαν την ηγεμονία του. Ακολούθως προχώρησε προς τη Θήβα, που τον υποδέχθηκαν εκπρόσωποι της μακεδονίζουσας παράταξης, η οποία είχε την υποστήριξη της μακεδονικής φρουράς που είχε εγκαταστήσει ο Φί­λιππος στην Ακρόπολη των Θηβών. την Καδμεία, μετά τη μάχη της Χαιρώ­νειας. Στη Θήβα ο Αλέξανδρος δέχθηκε πρεσβείες πολλών πόλεων. Με­ταξύ αυτών και την πρεσβεία των Αθηναίων, η οποία τον ανεκήρυξε ηγε­μόνα της Ελλάδας και του απένειμε θείες τιμές. Λίγες ημέρες πριν οι Αθηναίοι ύβριζαν καπηλικά τον Αλέξανδρο. Αλλ οι ύβρεις υποκλίνονται προ της ισχύος. Εν συνεχεία ο Αλέξανδρος έφθασε στην Κόρινθο, συνεκάλεσε πανελλήνιο συνέδριο, το οποίο τον ανεκήρυξε στρατηγό αυτοκράτορα και αρχηγό της εκστρατείας εναντίον της Ασίας. Οι Ελληνικές πόλεις κηρύχθηκαν για μια ακόμη φορά ελεύθερες και αυτόνομες, ωστόσο μακεδονική φρουρά εξακολουθούσε να εδρεύει στην Θήβα. Όμως δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει ο Αλέξανδρος για την Ασία, αν δεν είχε ξεκαθαρίσει το έδαφος προς Β. της Μακεδονίας, αν δηλαδή δεν είχε εξασφαλισμένα τα νώτα του και από το Β. Γι αυτό εφαρμόζοντας την τακτική του κεραυνοβόλου πολέμου, που τόσο ταίραξε στον χαρακτήρα του, επιτίθεται κατά των Τριβαλλών και Θρακών. Εντός 10 ημερών φθάνει στον Αίμο (Μπαλκάν). Διασχίζει τα περίφημα στενά της Σίπκας, , χωρίς καμμία απώλεια περνάει τον Δούναβη παρά τηΣιλίτστρια και ενεργεί επιδρομή κατά των Δακών. Ακολο΄ύθως στρέφεται προς Ν. Διέρχεται από την χώρα των Δαρδάνων (Περιοχή Σκοπίων) και υποτάσσει Αγριάνες και Παίονες. Ενώ εμάχετο σκληρά κατά των Ιλλυριών, που είχαν στασιάσει, Πέρσες πράκτορες διαδίδουν ότι σκοτώθηκε.

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΘΗΒΑΙΩΝ

Η ΕΙΔΗΣΗ διέτρεξε και συνεκλόνισε την Ελλάδα, αλλά μόνο οι Θηβαί­οι, και επειδή ήσαν οι μόνοι που είχαν μακεδονική φρουρά και επει­δή δεν είχαν ξεχάσει την ήττα στη Χαιρώνεια (338 π.Χ.), ξεσηκώθη­καν και απέκλεισαν την μακεδονική φρουρά στην Καδμεία, Αφού συνεκάλεσαν Εκκλησία, κήρυξαν με ψήφισμα την ανεξαρτησία τους από τον Αλέξαν­δρο, εξέλεξαν νέους Βοιωτάρχες με αντιμακεδονικό φρόνημα και τους ανέ­θεσαν την ταχεία άλωση της Καδμείας, ενώ συγχρόνως ζήτησαν τη συνδρομή των άλλων Ελλήνων, κυρίως των Αθηναίων. Κανείς όμως δεν έδειξε προθυ­μία αρωγής. Συνέχιζαν ωστόσο να πολιορκούν την Καδμεία. Ο Αλέξανδρος μόλις το έμαθε. έσπευσε με ασύλληπτη ταχύτητα μέσα από δύσβατα όρη και περνώντας το στενό του Μετσόβου, έφθασε εντός επτά ημερών οτη Θεσσαλία και εντός πέντε ημερών προ των Θηβών. Οι Θηβαίοι έμαθαν ότι ο Αλέξανδρος πέρασε τις Θερμοπύλες, όταν αυτός είχε φθάσει στον Ογχηστό της Βοιωτίας. (Β. του χωρίου Μαυρομάτι. κοντά στο δρόμο Θηβών - Λιβαδιάς).

Οι Θηβαίοι εξεπλάγησαν από την είδηση ότι ο Αλέξανδρος ήταν ζωντα­νός και μάλιστα δεν ήθελαν να το πιστέψουν. Πίστεψαν ότι πρόκειται περί άλλου Αλεξάνδρου, του γιου του Αερόπου. Σε δύο όμως ημέρες ο Αλέξαν­δρος στρατοπέδευσε στο βόρειο μέρος της πόλης, «κατά το Ιολάου τέμε­νος». (και περίμενε την παράδοση των Θηβαίων. Η γραπτή παράδοση, κυ­ρίως ο Αρριανός, που είχε διαμορφωθεί ήδη επί των ημερών του Αλεξάν­δρου διά των «βασιλείων εφημερίδων» που συνέτασσε ο Ευμενής ο Καρ· Μανός, προσδίδει στον Αλέξανδρο μια διάθεση διαλλακτικότητας και στους Θηβαίους διάθεση αδιαλλαξίας. Λέγεται λοιπόν ότι ο Αλέξανδρος δεν επι­θυμούσε την καταστροφή των Θηβών ούτε ήθελε να φθείρει τις δυνάμεις του σε εμφυλίους πολέμους. Γι’ αυτό έδωσε αμνηστία στους Θηβαίους με έναν όρο: να παραδώσουν τους αρχηγούς της αντί Μακεδονικής μερίδας. Φοί­νικα και Προθύτη. Οι Θηβαίοι όχι μόνο αρνήθηκαν αλλά προκλητικά απαί­τησαν την παράδοση των στρατηγών Παρμενίωνα και Αντιπάτρου και μά­λιστα κάλεσαν όποιον ήθελε να συμπράξει με τον «μεγάλο βασιλέα» της Περσίας και τους Θηβαίους, ώστε όλοι μαζί να ελευθερώσουν την Ελλάδα και να καταλύσουν την εξουσία του τυράννου της Ελλάδας. («Τόν βουλόμενον μετά του μεγάλου βασιλέως και Θηβαίων έλευθεροΰν τούς’ Ελλη­να; και καταλύειν τόν της Ελλάδος τύραννον»). Μετά την υβριστική αρ­νητική απάντηση ο Αλέξανδρος οργίσθηκέ και διέταξε την εκπόρθηση των Θηβών.

Ο Γεώργιος Λ. Τσεβάς, ο κορυφαίος των ιστορικός της Θήβας, στο μνημει­ώδες δίτομο έργο του «Ιστορία των Θηβών και της Βοιωτίας» (Αθήνα 1928), έχει πολλούς λόγους, και ορθώς, να αμφιβάλλει για την αλήθεια των παραπά­νω ισχυρισμών. Οι Θηβαίοι ήσαν απ* όλους εγκαταλελειμμένοι και από πα­ντού απομονωμένοι. Αν προσφερόταν από τον Αλέξανδρο αμνηστία, θα την δέχονταν «ως θεόπεμπτον σανίδα σωτηρίας», όπως είχαν κάνει μετά τιι μά­χη των Πλαταιών. «Αλλ* ουδεμία αμνηστία εδόθη ης τους Θηβαίους, ουδέ άλλη πρότασις εγένετο εις αυτούς. Ο Αλέξανδρος βέβαιος ων περί της νί­κης. εδράξατο της ευκαιρίας να συγκρουσθη προς τους Θηβαίους, ίνα διά μιας νίκης κατά πόλεως ισχυρός και ονομαστής κατάπληξη και τρομοκρά­τηση το πανελλήνιον, του όπερ επέτυχε». (Γ.Δ. Τσεβά: «Ιστορία των Θη­βών…», τομ. Α’ σ. 38 Γ). Η άποψη του Τσεβά δεν στηρίζεται επί μαρτυριών αλ­λά επί εικασιών σφόδρα πιθανών. Όμως ο Τσεβάς έχει κατά τούτο δίκαιον: όντως ο Αλέξανδρος με τη συντριβή, καταστροφή, εξόντωση και εξανδραπο­δισμό των Θηβαίων ήθελε να κατατρομοκρατήσει τους αντι­πάλους του μέσα στις ελληνικές πόλεις. Και το πέτυχε. Βεβαίως ελέγχεται για υπέρμετρη σκλη­ρότητα. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει τούτο: ο πόλεμος στη­ρίζεται στην αρχή του φονεύειν. Αν ο στρατηλάτης φονεύσει λί­γους η πολλούς, δεν είναι θέμα ηθικής αλλά, όπως είπαμε, στρα­τηγικής. Η Θήβα για τον Αλέ­ξανδρο υπήρξε πεδίο πειραμα­τισμού. Παγίωση της ειρήνης και της εξουσίας του με την τρομο­κρατία. Ο ηγέτης όταν δεν μπορεί να πείσει, αναγκάζεται να τρομοκρατήσει.

Περιγραφή των γεγονότων

ΟΠΩΣ είπαμε, ο Αλέξανδρος στρατοπέδευσε «κατά το Ιολάου τέμενος», εκεί που σήμερα βρίσκεται ο σιδηροδρομικός σταθμός των Θηβών. Απέφυγε αρχικά την πολεμική δράση, περιμένοντας κάποια συνθη- κολογική τάση από τη μεριά των Θηβαίων. Αυτοί όχι μόνο δεν έδειξαν διάθε­ση συνε ννοήσεως αλλά χτύπησαν και την προφυλακή των Μακεδόνων. Ο .Αλέ­ξανδρος μετακίνησε το στρατό του από Β. προς Ν., προς το μέρος των πυλών που οδηγούσαν στις Ελευθερές (Κριεκούκι) και Αττική και στρατοπέδευσε κοντά στην Καδμεία. Οι λόγοι μιας τέτοιας επιλογής είναι δυο: α) Ήθελε ν’ αποτρέψει το ενδεχόμενο ενισχύσεως από την Αθήνα, β) Σε περίπτωση επι­θέσεως ήθελε να έχει και την ενίσχυση της Μακεδόνικης φρουράς της Καδ­μείας. που θα χτυπούσε τους Θηβαίους από τα νο’πα.

Τοπογραφία της αρχαίας Θήβας (Photo @ Wikipedia.org)

Εδώ εμφανίζεται η αξία του Αλεξάνδρου να κάνει σωστή κατόπτευση του εδάφους. Στο σημείο αυτό τα τείχη της πόλης συνέπιπταν με τα τείχη της Κάδ­με ίας. Αρα, ήταν ένα σημείο ευπαθές και ευπρόσβλητο. Οι Θηβαίοι, για να προστατευθούν από τους Μακεδόνες της Καδμείας, είχαν κατασκευάσει βαθειές τάφρους μέσα στον περίβολο και τους κρατούσαν σε απομόνωση, ώστε να μη μπορούν να τους επιτεθούν εκ των όπισθεν. Κατά τον Τσεβά (Ibidem, σ. 37ft), η εσωτερική τάφρος τοποθετείται στους νοτίους πρόποδες της Καδμεί­ας. «εκτεινομένη ατό της παρα της Πύλης Ηλέκτρας κοίλης οδού μέχρι Δίρ­κης. προς βορράν του γυμναστηρίου, ένθα και σήμερον (Σημ. Σ.Ι.Κ. 1928) παρατηρείται ευρεία επιμήκης ζώνη δι ηκουσα εξ ανατολών προς Δυσμάς, κατέχουσα τον λαχανόκηπον Πάσπαλη, διακοπτόμενη υπό της αμαξιτής οδού Αθηνών - Κριεκούκίον - Θηβών και εκτεινομένη πέρα προς δυσμάς μέχρι της κοίτης; της Δίρκης». Η εξωτερική τάφρος ήταν νότια του Ηράκλει­ου και θα πρέπει ν’ άρχιζε από τις πηγές του Ισμηνού και να έφθανε μέχρι Δίρ­κης. όπου το μέρος ήταν γεμάτο ρεματιές.

Κατά την μαρτυρία του Πτολεμαίου του Λάγου, που συνέγραψε ιστορία του Αλεξάνδρου, η σύγκρουση Μακεδόνων - Θηβαίων άρχισε ανορθόδοξα. Ο Περδίκκας, που είχε παραταχθεί σχεδόν ο’ επαφή με το χαράκωμα των Θη­βαίων, χωρίς να περιμένει το σύνθημα του Αλεξάνδρου, όρμησε και αφού άνοιξε ρήγμα στις προφυλακές των Θηβαίων, τους έσπρωχνε προς την πόλη. Τον Περδίκκα μιμήθηκε και ακολούθησε ο Αμύντας, Ο Αλέξανδρος, βλέπο­ντας τους δυο στρατηγούς του να προκινδυνεύουν, διέταξε όλο το στράτευμα να ριχθεί στη μάχη.

Ο Περδίκκας. θέλοντας να καταλάβει και το δεύτερο χα­ράκωμα. τραυματίσθηκε βαρύτατα και αποσύρθηκε από τη μάχη. Αυτό έδω­σε θάρρος στους Θηβαίους που είχαν αποκλεισθεί στην κοίλη οδό, που έφερ­νε προς το Ηράκλειο. Επιτέθηκαν με ορμή και απώθησαν τους Μακεδόνες ως το σημείο που είχε παραμείνει ο Αλέξανδρος με το αρχηγείο του. Κατά την κα­ταδίωξη οι Θηβαίοι έχασαν τη συνοχή τους και χάλασαν την παράταξη τους. Από αυτό επωφελήθηκε ο Αλέξανδρος που επιτέθηκε με συντεταγμένη φά­λαγγα. Οι Θηβαίοι ανετράπησαν και ετράπησαν σε άτακτη φυγή. Τόση ήταν η σύγχυσή τους. ώστε δεν προνόησαν να κλείσουν τις πύλες του τείχους. Έτσι μαζί τους μπήκαν στην πόλη και οι καταδιώκοντες Μακεδόνες. Αυτοί, αφού ενώθηκαν με τη μακεδονική φρουρά, βγήκαν από την βόρεια πύλη της Καδμείας προς το Αμφείο, (λοφίσκος μεταξύ Φράγκικου Πύργου και σιδηροδρο­μικοί σταθμού). Ακολούθως προχώρησαν δεξιά των πυλών που οδηγούσαν στις Ελευθερές. όπου σήμερα το νεκροταφείο του Αγιοι· Λουκά, ανέβηκαν με σκάλες τα τείχη και όρμησαν προς την αγορά. 11 τελευταία ε cm α αντιστάσε- ως των Θηβαίων ήταν το Αμφείο. Περικυκλώθηκαν όμως από παντού. Θέλη­σαν με αντεπίθεση να σπάσουν τον κλοιό. Ήταν όμως πράξη απελπισίας. Οι ιππείς προσπάθησαν να φύγουν προς την πεδιάδα, και οι πεζοί, όπου μπο­ρούσαν. Δεν μπόρεσαν να βρουν σωτηρία, διότι καταδιώχτηκαν ανηλεώς από τους Μακεδόνες, τους Φωκείς, του: Ορχομένιους, τους Θεσπιείς και τους Πλαταιείς. Οι νικητές δεν έδειξαν οίκτο ούτε προς τα μικρά παιδιά, ούτε προς αυ­τους που είχαν καταφύγει ικέτες στους ναούς.

Μετά τη μάχη ο Αλέξανδρος επέτρεψε στους Βοιωτούς και Φωκείς συμμά­χους του να αποφασίσουν αυτοί για την τύχη των Θηβαίων. Αυτή ήταν η σκληρότερη και μακιαβελλικότερη απόφαση. Διότι Πλαταιείς, Φωκείς. Θεσπιείς. Ορχομένιοι έτρεφαν άσβεστο μίσος κατά των Θηβαίων, για τα όσα είχαν πά­θει από αυτούς από τα παλιά χρόνια. Η απόφασή τους ισοδυναμούσε με κα­ταδίκη σε θάνατο: α) Η Θήβα να καταστραφεί, πλην της Καδμείας στην οποία θα μένει μακεδόνικη φρουρά. β) Η γη των Θηβαίων να μοιρασθεί στους συμ­μάχους του Αλεξάνδρου, γ) Όλοι οι Θηβαίοι, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, να πω­ληθούν ως δούλοι, πλην των ιερέων και ιερειών και των φίλων του Αλεξάν­δρου. δ) Όσοι Θηβαίοι διέφυγαν να καταδιωχθούν. να συλληφθούν και να εξοντωθούν. Καμμία ελληνική πολιτεία να μην τους προσφέρει άσυλο.

«Ο Αλέξανδρος επικυρώσας την απόφασιν ταύτην, εξετέλεσε αυτήν κατά γράμμα», λέει ο Γ.Δ. Τσεβάς (σ. 378). Η πόλη ισοπεδώθηκε. 6.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 30.000 πουλήθηκαν ως δούλοι. Ο Αλέξανδρος διέταξε να μη καταστραφεί η οικία του ποιητή Πινδάρου. Η ενέργεια αυτή, εφόσονείναι αληθής, είναι ένας καθαρός πολιτικός θεατρινισμός που πάντα βρίσκει απή­χηση στη ψυχή των λαών και προσφέρει, δυνατότητα σε ευαίσθητους ιστορι­κούς να χορηγούν εύκολη άφεση αμαρτιών. Ένα άλλο περιστατικό, που προσ­δίδει λάμψη στο φωτοστε’φανο που έφτιαξαν οι ιστορικοί για τον Αλέξανδρο, είναι αυτό που σι*νδέεται με τη Θηβαία αρχοντοπούλα, την Τιμόκλεια, αδερφή του στρατηγού Θεαγένη, που ήταν αρχηγός των Θηβαίων στη Χαιρώνεια. Κάποιος Θράκας αξιωματικός του Αλεξάνδρου κατέλυσε στο σπίτι της και «έ­κλεψε παρ’ αυτής ό.τι εις χρήμα και τιμήν είχε». Την επίεζε δε καθημερινώς να του αποκαλύψει τα τιμαλφή της οικογενείας της. Η Τιμόκλεια τον οδήγησε σ ένα ξερό πηγάδι στον κήπο και του είπε να σκύψει για να διακρίνει τον κρυμ­μένο θησαυρό. Ανύποπτος ο Θράκας αξιωματικός έσκυψε, αλλ’ η Τιμόκλεια τον έσπρωξε και τον έριξε στο πηγάδι, όπου βρήκε οικτρό θάνατο. Η Τιμό­κλεια συνελήφθη και οδηγήθηκε στον Αλέξανδρο. Αυτός εντυπωσιάσθηκε από το θάρρος και την ερώτησε ποια είναι: αυτή του αποκρίθηκε ότι ονομάζεται Τιμόκλεια και είναι αδελφή του Θεαγένη που ως στρατηγός πολέμησε ενα­ντίον του Φιλίππου στη Χαιρώνεια. Ο Αλέξανδρος της χάρισε τη ζωή. Οι ιστο­ρικοί εξαίρουν την ιπποτική του συμπεριφορά. Αλλ’ όπως γράφει ο Γ.Δ. Τσε­βάς. «εν τη πράξει ταύτη ουδέν το αξιοσημείωτον ευρίσκομεν, διότι ουδέν υπέρ αυτής έπραξε, αφού την απέστειλεν, τίνα πωληθεί και αυτή δούλη με θ” όλοι ν των άλλων Θηβαΐδων» (lb. σ. 383)

Κρίσεις ιστορικών

ΕΝΑΣ από τους εγκυρότερους ιστορικούς που έγραψαν για τον Αλέ­ξανδρο είναι ο Theodor Birt. συγγραφέας του μνημειώδους και πολυ­σέλιδου έργου «Αλέξανδρος ο Μέγας» (ελλ. εκδ. Δαρέμα. μετάφρ. Ν. Παπαρρόδου). Γράφει, λοιπόν, οTh. Birt: «Αί Αθήναι και αϊ Θήβαι ήσαν τό­τε οι οφθαλμοί της Ελλάδος ή, όπως ελεγαν οι Έλληνες, αί Αθήναι ησαν ο ήλιος και αί Θήβαι η σελήνη της Ελλάδος. Ό εις οφθαλμός εξωρύχθη ήδη. ή σελήνη έσβέσθη άπό τόν οΰρανόν. ήτις έκαμνεν ώστε ή νύξ νά είναι φω­τεινή. Το γεγονός τούτο ένήργησεν ώς εν Ισχυρόν κτύπημα έπι της κεφαλτις και ούτω ή Ελλάς παρεδόθη εις τόν νικητήν, εις τον άνθρωπον τοΰ τρόμου, τελείως άποναρχωμένη» (σ. 7S). Με άλλα λόγια η τιμωρία που επέβαλε εμμέσως διά των συμμάχων του ο Αλέξανδρος είναι «όμοια» με αυτή του Βουλγαροκτόνου. που ετύφλωσε τους Βουλγάρους αιχμαλώτους, για να παραλύσει τη μαχητική διάθεση των Βουλγάρων. Πράγμα που πέτυχε. Δυστυχώς στον πόλεμο δεν ισχύει το επιτρεπεται ή δεν εκτρέπεται, αλλά το επιβάλλεται η δεν επιβάλλεται. Η συμμετοχή κληρικών ή ιεροκηρύκων στον πόλεμο δεν τον κάνει μαλακότερο. Πιο συχνά τον κάνει απηνέστερο. Οι πιο άγριοι πόλεμοι είναι οι θρησκευτικοί.

Ο Ulrich Wilcken. μεγάλος θαυμαστής του Αλεξάνδρου, εξετάζει το γεγονός όχι συναισθηματικά αλλ’ ωφελιμιστικά: η καταστροφή των Θηβών που έγι­νε, ύστερ’ από απόφαση των συμμάχων, για παραδειγματισμό, συγκλόνισε δε όλο τον ελληνικό κόσμο, αρκούσε για να εξασφαλισθή η ησυχία στα μετόπι­σθεν όταν ο Αλέξανδρος θα βρισκόταν στην Ασία· έτσι μπορούσε να μη θίξη καθόλου τους άλλους αποστάτες» (Ελλ. μετάφρ. Ιω. Τουλουμάκου. εκδ. Παπαζηση. σ. 312). Ο Χέρμαν Μπένγκσον θεωρεί την τιμωρία «δρακόντεια», αλ­λά δεν κάνει ειδικά γ’ αυτή αξιολογικές κρίσεις, ενώ αντίθετα κάνει για τους Αθηναίους, τους οποίους επικρίνει δριμύτατα για τη γλοιώδη στάση τους ένα­ντι του Αλεξάνδρου. Τον συνεχάρησαν για την κατάπνιξη του θηβαϊκού κινή­ματος που είχαν υποθάλψει! Οι Botsford - Robinson διατυπώνουν την ακόλουθη άποψη: «Η τύχη της Θήβας δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο στην ιστορία των ελ­ληνικών πολέμων, οι τύψεις όμως του Αλεξάνδρου ήταν μεγάλες και μπορού­με να θυμηθούμε την παρατήρηση του Αρριανού ότι ο Αλέξανδρος μετάνιωσε για τα λάθη που είχε κάνει» (Ελλ. εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τρα­πέζης. σ. 358 ). Όντως, ο Αλέξανδρος μετάνιωνε γενικά για τα λάθη του. Για τη Θήβα ειδικά πουθενά ο Αρριανός δεν γράφει ότι μετάνιωσε. Μόνο ο Πλού­ταρχος αναφέρει κάτι σχετικό, αλλά το συνδέει με τον Θεό Διόνυσο.

Ο πολύς Drovsen ξεπερνάει το σκόπελο, δίνοντας ωστόσο πλήρη περιγρα­φή. με το γνωστό τυμπανοκρουστικό ύφος του: «Οι’ Ελληνες, όλων των παρα­τάξεων, δεν έπαψαν ποτέ να θρηνούν την πτώση της (της Θήβας), και ν” αδι­κούν πολύ συχνά τον Αλέξανδρο που δεν νοιάστηκε να τη σώση* αυτός ομως κι αργότερα, όποτε Θηβαίοι πέφταν στα χέρια του αιχμάλωτοι, από διάφορα μισθοφορικά σώματα στην Ασία, μεγαλόψυχα πάντα τους φερνόταν - καθώς και τώρα ό.τ’ είχε τελειώσει η μάχη. σ* εκείνη την ευγενή Θηβαία,που του “φεραν δεμένη, καθιός διηγούνται, κατηγορούμενη για φόνο» (Εκδ. Τραπέζης Πί­στεως. μετάφρ. Ρένου Αποστολίδη, σ. 148). Ο.τι όμως μπορούσε να κάνει ο Αλέξανδρος στην Τιμόκλεια, μπορούσε να κάνει και σ άλλες γυναίκες, κυ­ρίως σε παιδιά. Η απόφαση όμως ήταν πολιτική, δεν ήταν συναισθηματική. Οι αιχμάλωτοι Θηβαίοι οτην Ασία ήσαν ακίνδυνοι, μια και τώρα δεν υπήρχε Θή­βα.

Ο Γ.Δ. Τσεβάς, βλέποντας ως Θηβαίος το ζήτημα και από την οπτική των Θη­βαίων. είναι ο σφοδρότερος επικριτής του Αλεςάνδρου: «Η ιστορία δεν έχει να επιδείξει εις την ανθρωπότητα άλλην πράξιν τόσον ωμήν, τόσον στυγνήν και τόσον θηριώδη, όσον ήτο η πράξις αυτη του Αλεξάνδρου κατά της πόλεως των Θηβαίων, ήτις ενώ από 40ετίας ηγεμόνευεν της Ελλάδος, ήδη εκ θεμελίων ανεσκάφη, οι δε κάτοικοι αυτής εσφάγησαν η ηνδραποδίσθησαν. ή διενεμήθησαν εις τους περιοίκους της Βοιωτίας και εκαλλιεργούν ως δούλοι τα εις αυ­τούς διάνεμηθέντα κτήματά των. Τι άραγε χειρότερον έπραξεν ο Αλάριχος, ίνα ονομασθή μάστιξ της ανθρωπότητας ή ο Αττίλας, ίνα ονομασθή μάστιξ ταυ Θεού:» (lb. σ. 383 ). Προσωπικά πιστεύω ότι την πιο σωστή άποψη για τη στά­ση του Αλεξάνδρου έχει διατυπώσει ο Σαράντης, ο οποίος συνέγραψε το μνη­μειώδες (αλλ’ αγνοούμενο δίτομο έργο «Ο Μέγας Αλέξανδρος από την ιστο­ρία έως τον Θρύλο» (Γ’ εκδ. Αθήνα 1981). Γράφει, λοιπόν, ο άλλοτε στρατιωτικός τα εξής:

«Είναι αλήθεια ότι ο Αλέξανδρος, εάν ήθελε, θα μπορούσε να είχε αποτρέ­ψει την καταστροφή. Μια λέξις του ήτο αρκετή για να κάμη τους συμμάχους των Θηβαίων να πειθαρχήσουν στη θέλησή του. Δεν το ηθέλησε όμως. Ούτε το επεδίωξε». Όχι από μένος εκδικητικό - ποτέ στη ζωή του δεν αφησε να τον κυριεύσουν τέτοια αισθήματα - αλλά γιατί επιέζετο από αδήριτη ανάγκη. Έπρεπε το γρηγορότερο να θέση τέρμα σε αυτήν την ανταρσία, τελευταίο και σοβαρώτερο εμπόδιο για την πραγματοποίηση του μεγάλου ονείρου του. που ήτο και το όνειρο των πανελλήνων: της εκστρατείας κατά των Περσών, στην Ασία».

Έτσι. η Θήβα έπαιξε το ρόλο της Ιφιγενείας. Χωρίς όμως να σωθεί από τους Θεούς της.

Οικ. Ταχυδρόμος, 28 Δεκεμβρίου 1995


Related posts:

Comments