Το Θρυλικό Ταξίδι του Πυθέα στην Θούλη

Mιά φορά και έναν καιρό ζούσε ένας Έλληνας θα­λασσοπόρος που ονειρευ­όταν να ταξιδέψει μέχρι τα πέρατα του κόσμου… Κάπως έτσι ξεκι­νάει η ιστορία του Πυθέα που μιλά για μυθικά νησιά και ριψοκίνδυνους εξε­ρευνητές και προκαλεί άλλοτε τον θαυμασμό και άλλοτε τη θυμηδία.

Το 330 πΧ., ο παράτολμος Πυθέας ξεκινούσε ένα ριψοκίνδυνο ταξίδι πέ­ρα από τη λεκάνη της Μεσογείου, διασχίζοντας τον Ατλαντικό Ωκεανό και φθάνοντας μέχρι το μυθικό νησί της θούλης. Αυτή η «έσχατη γη», όπου ο ήλιος «έλαμπε» δια της απουσίας του μόλις δύο με τρεις ώρες την ημέρα, έ­μελλε να χρησιμεύσει για τη δημιουρ­γία των μεγάλων γεωγραφικών συστη­μάτων της αρχαιότητας.

Η Θούλη ταυτίστηκε με την Ισλαν­δία, ή, κατ άλλους, με τα νησιά Σέτλαντ. Το ταξίδι, όμως. του Πυθέα για το οποίο δεν διαθέτουμε παρά μονάχα έμμεσες μαρτυρίες, αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από πολλούς συγγραφείς. Σήμερα, κάποιοι ειδικοί το χαρα­κτηρίζουν «ένα ταξίδι στη φαντασία».

Όπως και να έχουν όμως τα πράγμα­τα ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης έχει την τιμή να θεωρείται ο πρώτος άνθρωπος που κατάφερε να τοποθετήσει επακρι­βώς στον χάρτη τη Βρετανία, αλλά και να δώσει μία επιστημονική εξήγηση για το – μυστηριώδες και αλλόκοτο για τους αρχαίους – φαινόμενο της παλίρ­ροιας.

Κάποιοι ιστορικοί φαντάζονται τον Έλληνα θαλασσοπόρο να ξεκινά επικεφαλής ενός στολίσκου αποτε­λουμένου από ανθεκτικές τριήρεις, συντροφιά με άλλους 200 ναυτικούς. Κάποιοι άλλοι τον βλέπουν να επιβιβά­ζεται σε κάποιο εμπορικό πλοίο και, α­φήνοντας πίσω του τις Ηράκλειες Στή­λες, να κατευθύνεται προς τη «μεγά­λη βρετανική νήσο». Το εγχείρημα, πάντως, κρίνεται από όλους παράτολ­μο, ενώ η διαδρομή θεωρείται αβέβαιη και η διάρκεια της περιπέτειας ποικίλ­λει, ανάλογα με τις πηγές, από μερι­κούς μήνες έως αρκετά χρόνια.

 

Άν θελήσουμε να ακούσουμε την εκδοχή του Στράβωνα, μαθαίνουμε ότι ο Πυθέας έχοντας διασχίσει τα ορμητικά νερά του Ατλαντικού Ωκεανού φθάνει κάποτε στη Βρετανία και συνεχίζοντας το ταξίδι του με κατεύθυνση πάντα προς τον Βορρά, προσεγγίζει «το πιο βόρειο άκρο του κόσμου» την «έσχατη γη», το νησί δηλαδή της Θούλης.

Οι κάτοικοι τού «φτιάχνουν ένα ποτό με βάση το σιτάρι και το μέ­λι και αλωνίζουν πάντα το σιτάρι τους σε εσωτερικούς χώρους, μια που οι πολλές βροχές και η συχνή συννεφιά δεν τους επιτρέπουν να αλωνίσουν στην ύπαιθρο». Σε αυτά τα μέρη. ο ή­λιος ανατέλλει «πριν ακόμα καλά-καλά δύσει». Η νύχτα διαρκεί μόλις δύο με τρεις ώρες. Πιο βόρεια δε. προσθέτει ο Στράβωνας, απλώνεται «μία θάλασ­σα πηκτή», που αναγκάζει τον Πυθέα να ξεκινήσει το ταξίδι της επιστροφής, πραγματοποιώντας κάποιους ακόμα σταθμούς, πριν δέσει στο λιμάνι της πατρίδος.

Το γεωγραφικό σύστημα του Ερατοσθένη, που χρονολογείτα ι από τον 3ο π. Χ. αιώνα, προσδίδει κύρος στις περιγραφές του Πυθέα, παρουσιάζο ντας τη Θούλη ως το βορειότερο άκρο του γνωστού — τότε – κόσμου

Από όλα όμως τα μέρη που επισκέ­πτεται, εκείνο που έχει προκαλέσει τις περισσότερες συζητήσεις ανάμεσα στους σχολιαστές του. είναι το νησί της Θούλης. Η περιγραφή του, οδήγη­σε κάποιους να το ταυτίσουν με την Ισλανδία, τη χώρα που κατέκτησαν οι Βίκινγκς τον 9ο μΧ αιώνα. Σήμερα ό­μως. οι περισσότεροι ιστορικοί ανα­γνωρίζουν στην «έσχατη γη» του Πυ­θέα, τα νησιά Σέτλαντ. Αν και δεν είναι πολλοί αυτοί που δέχονται το ταξίδι του ως πραγματικότητα.

Ο Στράβωνας και ο Πολύβιος, οι δύο σημαντικότερες πηγές πληροφο­ριών όσον αφορά την περιπέτεια του Πυθέα αντιμετωπίζουν τον Έλληνα ε­ξερευνητή ως «αρχιψεύτη» και «επαγ­γελματία απατεώνα» αντίστοιχα «Ποι­ος θα πιστέψει», γράφει ο Πολύβιος, «ότι αυτός ο άνθρωπος, που δεν ήταν δα και ιδιαίτερα εύπορος, κατάφερε να διασχίσει τόσο μεγάλες αποστά­σεις;». Ίσως αυτή η διόλου κολακευτι­κή αντιμετώπιση να αποσκοπούσε στον κατευνασμό της Ρώμης. 0 στό­λος της, άλλωστε, δεν κατάφερε ποτέ να επαναλάβει το κατόρθωμα – αληθι­νό ή όχι – του Πυθέα.

Κάποιοι άλλοι λόγιοι Έλληνες, πά­ντως. αναγνωρίζουν την αξία του ρι­ψοκίνδυνου θαλασσοπόρου. Ο Ερατοσθένης, ο πρώτος βιβλιοθηκάριος της Αλεξάνδρειας, τοποθετεί το νησί της θούλης στο βορειότερο άκρο του γε­ωγραφικού του συστήματος. Αλλά και ο αστρονόμος Ίππαρχος, όπως και ο Αρτεμίδωρος ο Εφέσιος, αποτίουν φόρο τιμής στον Πυθέα.

 

Οι σύγχρονοι κριτικοί πάντως, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να ήταν ο περίπλους του Πυθέα αποκύημα της φαντασίας του. Άν όχι στο σύνολό του. τουλάχιστον όσον αφορά το ταξί­δι πέρα από τις ακτές της Βρετανίας. «Η περιγραφή που δίνει ο Πυθέας για τη θούλη», τονίζει ο Πασκάλ Αρνό, μέ­λος του Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Γαλλίας, «είναι σύμφωνη με τη συ­νήθη απεικόνιση των ορίων του κό­σμου. όπου τα στοιχεία της φύσης μπερδεύονται προκαλώντας το χάος. απαγορεύοντας το πέρασμα στους κοινούς θνητούς». Ας μην ξεχνάμε, ε­πίσης. τονίζουν κάποιοι ιστορικοί, ότι για τους αρχαίους Ελληνες μια διή­γηση σχετικά με έναν ωκεανό- είχε τη διπλή έννοια «ενός ταξιδιού στον κό­σμο της φαντασίας»

 

Είτε έγινε όμως στον κόσμο της φαντασίας, είτε στον κόσμο της πραγ­ματικότητας. το ταξίδι του Πυθέα προ­σέδωσε θρυλικές διαστάσεις στο βασί­λειο της θούλης και ενέπνευσε πολ­λούς διάσημους ποιητές. Από τον Βιρ­γίλιο και την «ultima Thute- του. έως τον Γκαίτε, ο οποίος σε μία μπαλάντα χρωματισμένη από ρομαντικά μελαγ­χολικές νότες, αναπολεί τις τελευταί­ες στιγμές του βασιλιά της θούλης. «στη μέση της αΐθουσος ενός κά­στρου που βρεχόταν από τη θάλασ­σα». Στον βυθό μιας τέτοιας θάλασ­σας βρίσκεται ίσως κρυμμένη για πά­ντα η αλήθεια για το ταξίδι του πολυ­μήχανου Πυθέα…

Πηγή: Tα Νέα, 14/08/98

Comments