Ο Ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος μιλάει για το 1821

 

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στα «ΝΕΑ» (23/03/02) με τίτλο “ας ξαναφωτογραφήσουμε τα ίδια αγάλματα”

Xρειάζεται προσοχή να μην αντικαταστήσουμε παλαιούς δογματισμούς με καινούριους, λέει στα «ΝΕΑ» ο Ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος, που δηλώνει οπαδός της πολυπλοκότητας στην ιστορική ερμηνεία. «Η ελληνική Επανάσταση προκλήθηκε από συνδυα­σμό παραγόντων – θρησκευτικών, οικονομικών, πο­λιτιστικών – και από τις διαθέσεις των Μεγάλων Δυ­νάμεων. Ο θρησκευτικός παράγων είναι σημαντικός, αλλά οι κληρικοί δεν έκαναν μόνοι τους επανάσταση. Οι ταξικές διαφορές έχουν Βάση, αλλά δεν μπορεί να υποστηριχθεί πειστικά ότι είχε αναπτυχθεί αστική τάξη με ώ­ριμα αιτήματα.

Το αίτημα της πολιτιστικής ελληνικής αναγέννησης δεν ήταν αρκετό α­πό μόνο του να ρυμουλκήσει το έθνos σε επαναστατική διαδικασία. Σημαντι­κό θεωρώ τον παράγοντα της διεθνούς αντιπαλότητας
στην περιοχή. Τα τε­λευταία 20 χρόνια και οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις υπήρξαν διαδοχικά παρούσες στα Επτάνησα. Έφτιαξαν σκα­λοπάτια ο ένας για τον άλλον και οι τρεις για μας. Όλες αυτές οι παρουσίες αποτελούν την απαρχή του Ανατολικού Ζητήματος που ήδη τίθεται, έστω και ασαφές».

Ως προς το θέμα της Ελληνικότητας, ο κ. Παναγιωτόπουλος υποστηρίζει ότι «οι Έλληνες

Η ελληνική Επανάσταση προκλήθηκε από συνδυα­σμό παραγόντων – θρησκευτικών, οικονομικών, πο­λιτιστικών – και από τις διαθέσεις των Μεγάλων Δυ­νάμεων. Ο θρησκευτικός παράγων είναι σημαντικός, αλλά οι κληρικοί δεν έκαναν μόνοι τους επανάσταση. Οι ταξικές διαφορές έχουν Βάση, αλλά δεν μπορεί να υποστηριχθεί πειστικά ότι είχε αναπτυχθεί αστική τάξη με ώ­ριμα αιτήματα.

συνειδητοποιούν την ταυτότητά τους μέσω του ιστορικισμού και του κλασικισμού. Ανεξάρτητα από το αν δεν ήταν όλοι οι επαναστατημένοι αποκλειστικά ελ­ληνόφωνοι, πολεμούσαν ως Έλληνες. Οι χριστια­νοί Αλβανοί της Νότιας ΑλΒανίας ήταν δίγλωσσοι, Οι Βλάχοι της Κεντρικής Ελλάδας δίγλωσσοι, Οι ΑρβανιτόΒλαχοι τρίγλωσσοι και κάποιοι σλαβικοί πληθυσμοί στις Βόρειες επαρχίες, δίγλωσσοι. Δεν αυτοαναγνωρίζονται ως κάτι άλλο και πολεμούν εν όψει δημιουργίας Ελληνικού κράτους και πολιτι­σμού. Το ’21 λοιπόν υπήρξε εθνική επανάσταση και η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο του παγκόσμιου κινήματος της νεωτερικότητας όπως διαμορφώ­θηκε από τις εθνικές επαναστάσεις».

Ως προς το θέμα της Παιδείας: «Η ανάπτυξη της παιδείας υπήρξε βασικός συντελεστής αναγέννησης του έθνους. Τα σχολεία είναι… φανερά, ο Αλή Πασάς για παράδειγμα παρακολουθεί στα Γιάννε­να τα πειράματα φυσικής του Ψαλίδα».

Ως προς τη «Βαρβαρότητα»; «Τέτοιες χρήσεις του λόγου είναι απλουστευτικές, εκείνο όμως που πρέπει να πούμε είναι ότι υπάρχει στην οθωμανική αυτοκρατορία μια συνολική καταπίεση εντός της οποίας  όλες οι σχέσεις είναι εύθραυστες. Υπάρχει ένας Βαθμός βίας και αυθαιρεσίας που δεν αντι­στοιχεί στις επικρατούσεs απόψεις στην Ευρώπη του τέλους του 18ου αιώνα και των αρχών του 19ου».

Ως προς το θέμα της μη επαρκούς μελέτης των πηγών και της μη ύπαρξης συνολικού εγχειριδίου της Ιστορίας του 1821, ο κ. Βασίλης Παναγιωτόπουλος είναι σκεπτικός: «Δεν είναι ότι δεν έχουν γραφτεί κείμενα. Απλώς δεν υπάρχει εθνικά ανα­γνωρισμένο εγχειρίδιο. Αλλά θα θέλαμε να υπάρ­χει; Δεν θα ήταν αυτό έξοδος από την Ιστορία και την επιστήμη; Τα Βασικά γεγονότα δεν αμφισβη­τούνται και δεν εκκρεμεί να προκύψουν ανατρεπτικά στοιχεία. Το μόνο σημαντικό κενό που έχουμε εως τώρα ήταν τα ρωσικά αρχεία. Αλλά ούτε αυ­τά νομίζω ότι θα φέρουν ανατροπή. Από  τις πολλές γνώσεις δεν πάμε αναγκαστικά στη δέουσα σκέψη. Η μελέτη των πηγών αποτελεί ένα διπλό παι­χνίδι. Οι πηγές προκαλούν σκέψη, η σκέψη αναδιατάσσει τις πηγές. Ουσιαστικά καλούμεθα να ξαναφωτογραφίσουμε από άλλη γωνία τα ίδια αγάλ­ματα. Αλλά το Μουσείο έχει συγκροτηθεί».

 

Related posts:

Comments