Και οι Αρχαίοι είχαν τον… Ασφαλιστή τους!!

Της Μαίρης Αδαμοπούλου

Πρωτιά διεκδικούν οι Έλληνες και στην οργάνωση ασφαλιστικής  εταιρείας, με φορέα ιδιοκτησίας και λειτουργίας του κράτους. Λειτούργησε επί εποχής Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Βαβυλώνα, αφορούσε τις αποδράσεις δούλων και ως εμπνευστής της φέρεται ο Ρόδιος αδιωματούχος Αντιμένης.

Μπορεί σήμερα οι ασφαλιστικές εταιρείες να είναι πολυεθνικές κα να περιλαμβάνουν πλη­θώρα προϊόντων, «γεννήθηκαν» όμως πριν από 2.500 χρόνια στην Ελλάδα. Οι θαλασσοπόροι Έλληνες, που ήξεραν τους κινδύνους τους οποίους έκρυβε για τα πλοία και το εμπορεύματα τους η θά­λασσα. ήταν εκείνοι που πρώτοι επινόησαν ήδη από τον 4ο αι. π.Χ.  τις ασφαλισπκές εταιρείες, τα επιτόκια και τις αποζημιώσειs. Αυτό είναι το θέμα που πραγ­ματεύεται η μελέτη «Οι αρχαίοι Έλληνες για τους οικανομικούς κινδύνους και την κάλυψη τους», του διδάκτορα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπι­στημίου της Φρανκφούρτης, Χρήστου Μπαλόγλου και η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, υπό την εποπτεία του ακαδημαϊ­κού Κωνσταντίνου Δρακάτου, με χρηματοδότηση της εταιρείας Aσπίς Πρόνοια.

«Οι Ελληνες ήταν οι πρώτοι που συνέλαβαν την ιδέα της κάλυψης από τους οικονομικούς κινδύνους και τελικά έθεσαν τα θεμέλια και προσδιόρισαν τις γενικές αρχές της θαλάσσιας ασφάλισης, τα οποία ισχύουν και σήμερα στη διεθνή ναυτιλιακή και ασφαλιστική κοινότητα», επισημαίνει στα «ΝΕΑ» ο κ. Μπα­λόγλου. αν και οι πρώτες υποτυπώδες προσπάθειες για την ασφάλιση των μεταφερόμενων αγαθών απο­δίδονται στους λαούς της Μεσοποταμίας, καθώς και στον κώδικα του Βαβυλώνιου Βασιλιά Χαμουραμπί.

Οι άσχημες καιρικές συνθήκες και η πειρατεία ήταν οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που απειλούσαν τους εμπόρους, οι οποίοι σπάνια είχαν τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν μια επικίνδυνη και με αβέβαιο α­ποτέλεσμα επιχείρηση. Γἰ αυτό και επινοήθηκε ένα σχήμα προαιρετικής χρηματοδότησης, το ναυτικό δά­νειο, που έπαιζε τον ρόλο της σημερινής θαλάσσιας ασφαλίσεως.

Χρηματοδότες των ναυτικών δανείων ήταν συνήθως μια ομάδα εξειδικευμένοι κεφαλαιούχων ή τραπεζίτων. Τα ποσά ασφαλίσεως σπάνια ξεπερνούσαν τις 2.000 δραχμές. Στη γραπτή συμφωνία (συγγρα­φή), η οποία συντασσόταν ενώπιον μαρτύρων, καθο­ρίζονταν το δρομολόγιο και ο xρόvoς διεξαγωγής του ταξιδιού (συνήθως από Μάρτιο έως Νοέμβριο), παράγοντες που καθόριζαν και το επιτόκιο του δανείου, το οποίο συνήθως κυμαινόταν από 18% έως 20%, χωρίς να λείπουν και οι περιπτώσεις που άγγιζε και το 30%. Οταν το πλοίο έφτανε στον προορισμό του, το κεφάλαιο έπρεπε νο αποδοθεί μαζί με τους τόκους μέσα σε 20 ημέρες μετά την αφαίρεση των πιθανών ζημιών.

Γιατί το ναυτικό δάνειο θεωρείται το πρώτο είδος θαλάσσιας ασφάλισης; «Διότι οι δανειστές έχαναν κά­θε δικαίωμα τους σε περίπτωση που βυθιζόταν το πλοίο. Και με την καταβολή του τόκου (αντίστοιχου του σημερινού ασφαλίστρου) ο δανειστής μοιραζό­ταν με τον πλοιοκτήτη (δανειζόμενο) τον κίνδυνο και την πιθανή ζημία», εξηγεί ο κ. Μπαλόγλου.

Σε τι διαφέρει, όμως, το ναυτικό δάνειο των αρ­χαίων Ελλήνων από τις σημερινές θαλάσσιες ασφάλειες;

 «Η αποζημίωση (το δανειζόμενο κεφάλαιο) κατά την αρχαιότητα καταβαλλόταν με τη σύναψη του δανείου και επιστρεφόταν  απ΄ τον τόκο της, αν δεν εί­χε επέλθει κίνδυνος». Σήμερα, αντιθέτως, ο τόκος κα­ταβάλλεται εξ’ αρχής και η αποζημίωση αποδίδεται μόνον αν συμβεί κάποια καταστροφή», διευκρινίζει.

Εκτός από τα ναυτικά εμπορικά δάνεια, στην Αθήνα τns κλασικής εποχής υπήρχε και ο θεσμός των δανείων με ασφάλεια γης, μάρτυρες των οποίων α­ποτελούσαν απλοί ενεπίγραφοι λίθοι, οι «όροι»», το­ποθετημένοι σε περίοπτη θέση χωραφιών, σπιτιών και εργαστηρίων, ώστε να γνωστοποιείται η ύπαρξη χρέους. Για τη σύναψη τους δεν υπήρχε γραπτή πράξη, ενώ το επιτόκιο κυμαινόταν σε πολύ χαμηλότερα επί­πεδα σε σχέση με τα ναυτικά.

Πηγή: Τα Νέα, 21/10/03

Related posts:

Comments