Αχρίδα - Μια ζωντανή Πόλη-Μουσείο

Της Μαριάννας Κορομηλά

Στη βορειοανατολική όχθη της πανέμορφης Αχρίδας, ένας μοναχικός λόφος κωνικού σχήματος προσέφερε τον ιδανικό προσανατολισμό για την οικοδόμηση μια πόλης, σύμφωνα με τα αρχαιοελληνικά πρότυπα. Στην προστατευμένη από τους βοριάδες, ευάερη και ευήλια, νότια πλευρά του λόφου απλωνόταν η αρχαία Λύχνιδος ή Λυχνιδός, που όφειλε την ανάπτυξή τns στον μεγάλο κτίστη εσωτερικών πόλεων, Φίλιππο B’, βασιλιά της Μακεδονίας. Στα αρχαία και πρωτοβυζαντινά ερείπια της Λυχνιδού εδράζεται η ανηφορικά κτισμένη Αχρίδα (Όχριντ την είπαν οι Σλάβοι), μια ζωντανή πόλη-μουσείο στο νοτιοδυτικό άκρο της ΠΓΔΜ. Τα δεκάδες αναστηλωμένα και καλοδιατηρημένα μεσαιω­νικά και νεώτερα μνημεία της αντικατοπτρίζονται στα νερά Της λίμνης. Ο ήλιος τη φωτίζει από νωρίς το πρωί. καθώς προβάλλει πάνω από τα καταπληκτικά δάση στα ανατολικά της και ρί­χνει πάνω σε τρούλλους και στέγες λοξά τις τελευταίες του ακτίνες, καθώς πέφτει πίσω από τα αλβανικά βουνά για να βουτήξει στην Αδριατική.

Την πορεία του ήλιου από το Αι­γαίο στην Αδριατική ακολου­θούσαν εκείνοι οι άπιαστοι στο εμπόριο Κορίνθιοι,

Η σλαβοκρατούμενη Αχρίδα οφείλει την ανασυγκρότηση της, στον βουλγαρι­κής καταγωγής και ελληνικής παιδείας Κλήμη (840-916), εκλεκτό μαθητή και πολύτιμο συνεργάτη των θεσσαλονικέ­ων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου. Ήταν ο πρώτος σλαβόφωνος Επίσκοπος στα Δυτικά Βαλκάνια

που είχαν ίδρυσει την Ποτίδαια στις Χαλκιδιώτικες ακτές του Θερμαϊκού Κόλπου και τρεις-τέσσερις αποικίες εκατοντάδες χιλιόμετρα δυτικότερα. Από τον Θερμαϊκό εισχω­ρούσαν στη μακεδονική ενδοχώρα και, μέσα από απάτητα μονοπάτια κατά μήκος ποταμών και λιμνών, περνούσαν τη χώρα των βάρβαρων Ιλλυριών, διέσχι­ζαν την ορεινότατη Ήπειρο και κατέλη­γαν είτε στην ακτή απέναντι από την κο­ρινθιακή Κέρκυρα είτε, πολύ βορειότε­ρα, στο κορινθιακό λιμάνι της Επιδάμνου (το βυζαντινό Δυρράχιο, αλβανικό Ντούρρες) στα παράλια της Αδριατική. Αυτοί άνοιξαν τον στρατηγικό δρόμο, τον οποίο αιώνες αργότερα ακολούθη­σε η Εγνατία. Αυτοί εγκαινίασαν τις ανταλλαγές προϊόντων με τους Ιλλυριούς, που κατείχαν τα εδάφη πέρα από την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Ας μην α­πορρήσει λοιπόν κανείς όταν δει ανάμε­σα στους Iλλυρικούς θησαυρούς τις Λυχνιδού-Αχρίδας ελληνικά έργα αρχαϊκής τέχνης. Να θυμάται touς Κορίvθιους του ςου και 6ου π.Χ. αιώνα. Με αφορμή άλλωστε τις κορινθιακές διενέξεις στο Ιόνιο και την Αδριατική ξέσπασε ο τρομερός εμφύλιος, γνωστός ως «πελοποννησιακός πόλεμος» που ρήμαξε τις ακμάζουσες πόλεις-κράτη της Νότιας Ελλάδας κι έφερε τον Βορρά στο προσκή­νιο της Ελληνικής Ιστορίας. Παμπάλαιες μνήμες που καταβρόχθισε η αρχαία Λυχνιδία λίμνη (Αχρίδα) πίσω α­πό τον Γράμμο. Μόλις πέσει όμως το πρώτο χιόνι, ψυχρός αέρας τις φέρνει από τα 2.523 μέτρα της κορυφής και τις απλώνει στα λευκά τοπία της παραμεθορίου. Λη­σμονημένα μαυροφόρες αγκομαχούν πί­σω από τα ζεμένα μουλάρια. Τρίζουν οι ρόδες των κάρων κάτω από το βάρος των πυροβόλων. Το χιονισμένο Επoς του Σαράντα στα βουνά της Ιταλοκρατούμεvnς Αλβανίας. Το κρύο που περιγράφει ο Μπεράτης στο Πλατύ Ποτάμι, τα κρυοπα­γήματα στο Νοσοκομείο της Κορυτσάς, Η προσάρτηση της Nότιας Γιουγκοσλαβίας στη φιλοναζιστική Βουλγαρία. Η ηρωική Αντίσταση και η τραγωδία του Εμφύλιου. Η Μητριά Πατρίδα του Γκανά. Ήχοι που έσβησαν πριν από πενήντα χρόνια, με τις τελευταίες ομοβροντίες τον Αύγουστο του 1949, κατεβαίνουν από τα βουνά στις σιωπηλές κοιλάδες.

Αυτές οι άγριες πλαγιές χώριζαν κάποτε το μικρό βασίλειο της αρχαίας Μακεδονίας από τα εδάφη των Ηπειρωτών βασι­λέων και των Ιλλυριών ηγεμόνων του Βορρά. Αλλά από τον καιρό που ο Φίλιππος Β’ παντρεύτηκε την Ηπειρώτισσα πριγκίπισσα Ολυμπιάδα κι άρχισε να ε­πεκτείνει το ενοποιημένο πλέον Βασί­λειο των Μακεδόνων προς όλες τις κατευθύνσεις - επισφραγίζοντας τις συμμαχίες με νέες συζύγους - τα σύνορα έπεσαν. Χάρη στον Μακεδόνα οραματιστή και τον θρυλικό γιο του, ο ενιαίoς γεωμορφολογικά λιμναίος χώρος της μέσης Βαλκανικής, όπου ανήκει και η Αχρίδα, εισήλθε στη διαδικασία τnς γρήγορης πολιτικής και της αργής πολιτισμικής ε­νοποίησης. Οι ρυθμοί επιταχύνθηκαν στη διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας. Η αρ­χαία Αχρίδα, όπως και άλλες εσωτερικές πόλεις, ευεργετήθηκε ιδιαίτερα από πι διάνοιξη της Εγνατίας στο 145 π.Χ. To ελληνιστικό θέατρο, στα ψαλώματα της τειχισμένης πόλεως, απέκτησε τη ρω­μαϊκή του μορφή, ενώ οι κερκίδες του διπλασιάστηκαν. Από εδώ η θέα προς τη λίμνη και το Πόγραδετς, πέρα από το υδάτινο σύνορο της Π.Γ.Δ.Μ με την Αλβανία, είναι μαγευτική. Κοντά στο θέατρο, το βυζαντινό μονα­στήρι της Παvαγίας της Περιβλέπτου αι­τιολογεί το θαυμάσιο προσωνύμιο Tnς Θεοτόκου, λόγω της ίδιας μοναδικής θέας. Όμως στο χρονικό διάστημα που χωρίζει το ΕλληνοΡωμαικό θέατρο από το γειτονικό παλαιολόγειο μνημείο μεσο­λάβησαν πάρα πολλά.

0 Άγιος της Αχρίδας

Από τον 3ο ως τον 7ο αιώνα, οι βαρβαρι­κές επιδρομές που αναστάτωσαν τη ζωή στα ρωμαϊκά και πρωτοβυζαντινά Βαλ­κάνια είχαν ως αποτέλεσμα τη διακοπή των χερσαίων επτκοινωνιών και τη στα­διακή παρακμή των αρχαίων πόλεων. Α­ποκομμένες από τη γύρω ύπαιθρο και τα άλλα μεγάλα ασπκά κέντρα, οι πόλεις σαν τη Λυχνιδα συρρικνώθηκαν, παρήκ­μασαν οικονομικά και πολιτισμικά κι έ­μειναν έρμαιες των σλαβικών ομάδων που είχαν διεισδύσει στη βυζαντινή επι­κράτεια. Η Εγνατία αχρηστεύτηκε. Οι πόλεις κατά μήκος της κατέρρευσαν σιη διάρκεια των «σκοτεινών» χρόνων: Λυχνιδός-Αχρίδα, Ηράκλεια Λύγκου, Έδεσσα, Πέλλα χάθηκαν μέσα στα ένδοξα ερείπια τους. Η περιοχή των λι­μνών ανάμεσα στον Αξιό-Βαρδάρη και την Αδριατική απομονώθηκε από τον πολιτιστικό περίγυρο της θεσσαλονιίκης και καταδικάστηκε σε τρεις αιώνες πρωτόγονου βίου.

Η σλαβοκρατούμενη Αχρίδα οφείλει την ανασυγκρότηση της, στον βουλγαρι­κής καταγωγής και ελληνικής παιδείας Κλήμη (840-916), εκλεκτό μαθητή και πολύτιμο συνεργάτη των θεσσαλονικέ­ων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου. Ήταν ο πρώτος σλαβόφωνος Επίσκοπος στα Δυτικά Βαλκάνια. Δίδαξε γραφή κι ανάγνωση μαζί με τον ευαγγελικό λόγο σε χιλιάδες Σλάβους και εκσλαβισμένους Βουλγάρους, όπως το επιθυ­μούσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο αλ­λά και ο πρωτομάστορας του βουλγαρι­κού χριστιανισμού Tσάρος Μπόρις-Μιχαήλ. Ο φωτιστής Επίσκοπος ίδρυσε το μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος στο ρημαγμένο κάστρο της εκβαρβαρισμένης Αχρίδας, δημιουργώντας τον νέο πυρήνα για την αναζωογόνηση της με­σαιωνικής πολιτείας. Με το έργο του την κατέστησε ηγετικό κέντρο του πρώιμου σλαβονικού χριστιανισμού και τη συνέ­δεσε πνευμαπκά με την Κωνσταντινού­πολη, που είχε αποδείξει την οικουμενικότητά της στο ζωτικό θέμα του εκχριστιανισμού των Σλάβων. Χάρη στον Αγιο Κλήμη και τους πιστούς μαθητές του, πριν από χίλια εκατό χρό­νια, αναδύθηκε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη ο άξεστος εκείνος παραλίμνιος κόσμος κι όλοι όσοι κατοικούσαν στα ά­γρια δάση, τα βουνά και τις γύρω λίμνες. Ο κυριλλομεθόδιος σπόρος είχε ριζώσει στα βάθη της σλαβικής ψυχής.

Εντός των τειχών

Η οχυρή ακρόπολη στην κορυφή του λόφου είναι εντυπωσιακή. Το βαρύ φρουριακό της ύφος, η μοναδικής της πύλη που επικοινωνεί μόνο με το εσωτερικό της τειχισμένης πολιτίας , οι 2 γιγάντιοι πύργοι που την παραστέκουν και οι υπόλοιποι, οι κυλινδρικοί, που ενισχύουν τον γεροχτισμένο περίβολο της, πιστοποιούν ότι το αμυντικό κτίσμα ανήκει στην πιο αυστηρή περίοδο της βυζαντινής αρχιτεκτονικής: τη λεγόμε­νη εποχή των Μακεδόνων. Κι ακόμα, προδίδουν ότι στη διάρκεια της πεντη­κονταετίας που βασίλεψε ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος (976-102ς) και ο θα­νάσιμος αντίπαλος του Σαμουήλ (976- 1014), που έκανε πρωτεύουσα του εφή­μερου κράτους του την Αχρίδα, όποιος κατείχε την ακρόπολη έπρεπε να προ­στατεύεται από εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς. Από την απόρθητη ακρόπολη ξεκινούν οι δύο βραχίονες του τείχους που, ακολουθώντας την απότομη κλίση της πλαγιάς συναντούν το παραλίμνιο τείχος. Έτσι τα επιβλητικά τείχη αγκαλιάζουν ολόκληρη την πυκνοκτισμένη πλευρά του λόφου και τις εξοχές με τα περιβόλια και τα ερειπωμένα μοναστήρια. Στα ριζά του λόφου ψαρόβαρκες δεμένες σε ξύλι­νες εξέδρες, εστιατόρια πάνω σε πασσά­λους - με τζαμωτά, απ’ όπου βλέπεις τα πουλιά να σκιάζουν τον ουρανό - μοσχο­βολάει πέστροφα ψητή το παρόχθιο μέ­τωπο. Σalτηo ohridanus (πέστροφα Αχρίδας) κι άλλα ψάρια, παστά ή ψημένα μέσα σε καρβέλια ψωμί, έστελνε ως δώρο σε Βυζαντινούς κυβερνήτες και διοικητές ο Θεοφύλακτος, αρχιεπίσκοπoς Aχρίδoς, συνοδεύοντες με τέτοιες εκλεκτές λιχουδιές τις περίφημες Επιστο­λές του, πριν από εννιακόσια χρόνια. Ένα οικοδομικό τετράγωνο πιo μέσα, κατά μήκος της «μεγάλης ρούγας», από την Κάτω Πορτάρα ως την Αγία Σοφία, υψώνονται το ένα δίπλα στο άλλο τα τριώροφα αρχοντόσπιτα τnς Τουρκοκρατίας. Λιθόκτιστα τα ισόγεια, με μο­ναδικό άνοιγμα τις μεγάλες δίφυλλες πόρτες που οδηγούν στις σκεπαστές αυλές. Πελώρια δοκάρια κρατούν τους ά­νω oρόφους που προεξέχουν πάνω από το καλντερίμι. Λιακωτά και μεγάλα συ­νεχόμενα παράθυρα με θέα στη λίμνη. Ψευδοφεγγίτες και καφασωτά που φιλ­τράρουν το φως. Οι αντικρυστοί ναοί του Αγίου Νικολάου και τnς Παναγίας, με Toιχογραφίες του 14ου αιώνα, μαρτυρούν ότι εδώ γύρω κατοικούσαν και τα αρχοντόσογα εκείνης της εποχής. Η «μεγάλη ρούγα» καταλήγει στην Αγία Σοφία, τον εκκλησιαστικό ογκόλιθο τnς Βυζαντινής Αχρίδας. Αλλοι αποδίδουν την οικοδομήση της στον τσάρο Σαμου­ήλ κι άλλοι στον πολέμαρχο Βουλγαροκτόνο, ο oποίος εισήλθε έφιππος στο άπαρτο κάστρο το 1015. Η πατρότητα του Kτίσματος δεν έχει τόση σημασία. Καίριας σημασίας είναι ότι όταν έληξε, το 1018/9, ο φοβερός τεσσαρακονταεπταετής πόλεμος, ο vικητής αυτοκράτορας δεν θέλησε να εξουθενώσει πλήρως τους ηττημένους υπηκόους του. Για να εντα­χθούν ομαλότερα στην Αυτοκρατορία, ο­νόμασε τα κατακτημένα εδάφη της λιμναίας Βαλκανικής «Βουλγαρία» κι έκα­νε έδρα του Βυζαντινού κυβερνήτη τα Σκόπια. Σε αντικατάσταση μάλιστα του Βουλγαρικού Πατριαρχείου, ίδρυσε την πανίσχυρη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, με έ­δρα την πολιτεία του Αγίου Κλήμη, κι έ­θεσε την ανεξάρτητη αυτή Εκκλησία της βυζαντινής «Βουλγαρίας» στην άμεση δικαιοδοσία του εκάστοτε Αυτοκράτορα. Λεπτοί χειρισμοί, ακατανόητοι για ό­λους εμάς touς γαλουχημένους στα σύγ­χρονα εθνικά κράτη. Στη μεγαλόπρεπη βασιλική τnς Aγίας Σοφίας, από τις αρχές του 11ου αιώνα ως τα μέσα του 15ου - όταν οι Τούρκοι με­τέτρεψαν τον πάνσεπτο ναό σε τζαμί - λειτουργούσαν οι σταλμένοι από τη βυζαντινή πρωτεύουσα, Αρχιεπίσκοποι Αχρίδoς. Ανάμεσα τους μέγιστες προσω­πικότητες των γραμμάτων, που εξεπλήρωσαν με αφοσίωση το καθήκον το ο­ποίο τους είχε εμπιστευτεί ο Αυτοκράτορας: να κρατήσουν touς σλαβόφωνους αλβανόφωνους, ελληνόφωνους κατ βλαχόφωνους κατοίκους της Αρχιεπισκοπής υποταγμένους στην Κωνσταντι­νούπολη. Με την ίδια αφοσίωση εξεπλήρωσαν οι περισσότεροι και το ανθρωπιστικό καθήκον, το οποίο τους υπα­γόρευε η χριστιανική πίστη: να σώσουν το ποίμνιο της βυζαντινής αυτής «αποικίας» από τις αυθαιρεσίες των απαίσιων φοροεισπρακτόρων, να περιορίσουν τη στρατολόγηση πεζικαρίων, που απογύ­μνωνε την ύπαιθρο, και να προσφέρουν παρηγοριά στον δοκιμαζόμενο λαό.

Τα Νέα, 13-8-99 [Αρχείο Σοφίας Φ.]

Related posts:

Comments
Vangelis says:

Η Αχρίδα κατέστη σλαβοκρατούμενη όταν κάποια στιγμή στο α΄ μισό του 14ου αι. κατελήφθη από τους “φίλους” μας Σέρβους..Έως τότε ανήκε στο Βυζάντιο…Η δε κοινωνία της Αχρίδος ήταν ελληνικώτατη ίσαμε την όψιμη Τουρκοκρατία…Η Εξαρχία εξήλειψε τον Ελληνισμό της Αχρίδος…

Vangelis says:

Aπο πού κι ως πού ήταν σλαβοκρατούμενη η Αχρίδα;