Κρήτη – Ο πρώτος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός

Ζωγραφική Αναπαράσταση της Δυτ. Πτέρυγας του ανακτόρου της Κνωσού, έργο του ζωγράφου Θωμά Φανουράκη, βάσει σωζόμενων τοιχογραφιών.  (φωτ: “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους”, Εκδοτική Αθηνών)

Της Αθανασίας Καντά, Δρος Αρχαιολογίας

ΜΕΡΟΣ Α’

ΟΙ πρώτοι άνθρωποι έφτασαν στην Κρήτη τη Νεο­λιθική εποχή, γύρω στο 6000 π.Χ, και εγκαταστά­θηκαν στην Κνωσό. Εφεραν οψιανό από τις Κυκλάδες και κατοικίδια ζώα -αιγοπρόβατα, βοοειδή και χοίρους που δεν υπήρχαν ως τότε στην πανίδα του νησιού.

Ήδη από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού και μετά το 2600 πΧ περίπου, εμφανίζονται στην Κρήτη εισηγμένοι σφραγιδοκύλινδροι από τη Συροπαλαιστίνη, που σηματο­δοτούν την επικοινωνία μεταξύ των δύο περιοχών. Την ίδια εποχή αρχίζουν οι σχέσεις του νησιού και με την Αί­γυπτο. Οι θαλάσσιοι δρόμοι της εποχής οδηγούσαν από την Κρήτη κατ’ ευθείαν στην Αίγυπτο, αλλά στην επιστρο­φή φαίνεται ότι ακολουθούσαν την ακτή της Συροπαλαιστίνης, τραβούσαν προς τη Ρόδο και από εκεί κατευθύνο­νταν είτε προς την Κάσο και την Κάρπαθο

Οι πρώτοι άνθρωποι έφτασαν στην Κρήτη τη Νεο­λιθική εποχή, γύρω στο 6000 π.Χ, και εγκαταστά­θηκαν στην Κνωσό. Εφεραν οψιανό από τις Κυκλάδες και κατοικίδια ζώα -αιγοπρόβατα, βοοειδή και χοίρους που δεν υπήρχαν ως τότε στην πανίδα του νησιού.

είτε προς τιε Κυκλάδες Η Κρήτη, η Θήρα και η Κέα βρίσκονταν σε θαλάσ­σιο δρόμο επικοινωνίας. Η δυτική Κρήτη, εξάλλου, επικοι­νωνούσε με τη νότια Πελοπόννησο μέσω των Κυθήρων. Τα πλοία από και προς την Κύπρο ακολουθούσαν τη διαδρομή Κάρπαθος-Δωδεκάνησα-Μικρασιατική ακτή. Σειρά ναυα­γίων διαφόρων φάσεων της Εποχής του Χαλκού, π.χ. στο Ακρωτήριο των Ιρίων (κοντά στις Σπέτσες, στο Ακρωτήριο της Χελιδονίας και στο Ulu Burun (Νότια Τουρκία), στο Κφαρ Σαμίρ (Ισραήλ), δίνουν πολύτιμες πληροφορίες.

Μια επιβεβαίωση των σχέσεων Κρήτης-Συρίας προέρχε­ται από το Μάρι της Μεσοποταμίας, τον πρώιμο 18ο προ­χριστιανικό αιώνα: κείμενα αναφέρουν εμπόρους από την Κρήτη, οι οποίοι φαίνεται ότι αποτελούσαν οργανωμένη εμπορική αντιπροσωπεία, αφού διέθεταν επικεφαλής έμπορο και τους είχε διατεθεί ντόπιος μεταφραστής. Ο κασσίτερος φαίνεται ότι ήταν ένα από τα προϊόντα που εισάγονταν στην Κρήτη, η οποία, με τη σειρά της, έκανε εξαγωγή όπλων, υφασμάτων ακόμη και υποδημάτων, δεν εξήγαγε, δηλαδή, πρώτες ύλες, στις οποίες ήταν φτωχή (ιδίως σε μέταλλα), αλλά είδη πολυτελείας.

Εκτός από τα εισαγόμενα αντικείμενα, στην Κρή­τη συναντάται και μεγάλος αριθμός μιμήσεων ξέ­νων αντικειμένων – αλλά και πολλές ξενόφερτες ιδέες, οι οποίες επηρέασαν τις εξελίξεις στο νησί και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς υποδει­κνύουν το βαθμό διείσδυσης ξένων πολιτιστικών στοιχείων στις τοπικές κοινωνίες. Χαρακτηριστική περίπτωση, το διοικητικό-λογιστικό σύστημα της Παλαιοανακτορικής Κρήτης, το οποίο παρουσιάζει σαφείς ομοιότητες με τα ανάλογα συστήματα στην Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία την ίδια περίοδο. Το σύστημα αυτό στηριζόταν στην πολύπλοκη χρήση σφραγίδων, οι οποίες σφράγιζαν κομμάτια πηλού με τα οποία έκλειναν τα ανοίγματα δοχείων από διάφο­ρα υλικά (πηλός, ξύλο), ή σακιά κλπ., καθώς και τα πόμολα δωματίων. Επίσης η οργάνωση των χώρων, διάφορα στοιχεία της  αρχιτεκτονικής των πρώτων μινωικών ανακτόρων, αλλά και ο ιερατικός χαρακτήρας της μινωικής βασιλείας, υπενθυμίζουν στοι­χεία των πολιτισμών αυτών. Η Παλαιοανακτορική περίοδος του μινωικού πολιτισμού [περίπου 2000- 1700 π.Χ.] έθεσε τα θεμέλια της Μινωικής «θαλασσοκρατίας» κατά την επόμενη -Νεοανακτορική- πε­ρίοδο [1700 – 1450 π.Χ.], οπότε η ισχύς της μινωικής Κρήτης και η ακμή του μινωικού πολιτισμού έφθα­σαν στο απόγειο τους. Εξάλλου, εκτός από την Ανα­τολή, η Κρήτη διατηρούσε σχέσεις με τα Κύθηρα αλ­λά και με τη Σαμοθράκη, στο βόρειο Αιγαίο.

Ψευδόστομος αμφορέας από το ανάκτορο της Κνωσού. Κοσμείται με σχηματοποιημένο χταπόδι, θέμα προσφιλές στους Κρητικούς Αγγειογράφους. 13ος αι. π.Χ. Ηράκλειο, Αρχαιολογικό Μουσείο.

Κρήτη και Ανατολή

Οι σχέσεις της Κρήτης με την Ανατολή πυκνώνουν κατά τη Νεοανακτορική περίοδο. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν στοιχεία θρησκευτικής ιδεολογίας ανατολικής και αιγυπτιακής προέλευσης, τα οποία εδραιώνονται την περίοδο αυτή στην τοπική κουλ­τούρα, όπως, π.χ., διάφορα δαιμονικά όντα, οι γρύ- ries, οι «σφίγγες» ή οι δαίμονες της βλάστησης. Αφετέρου, σημαντική πιστοποίηση της επιρροής του Κρητικού πολιτισμού στη Νοτιοανατολική Με­σόγειο αποτελεί η ανάπτυξη γραφής κρητικού τύ­που στην Κύπρο. Είναι η λεγόμενη κυπρομινωική γραφή, που πιστεύεται ότι δημιουργήθηκε αρχικά από Κυπρίους και Μινωίτες στην Ουγκαρίτ, το με­γάλο κοσμοπολίτικο λιμάνι της Συρίας, και από εκεί μεταδόθηκε στην Κύπρο, όπου έτυχε μακραίωνης χρήσης.

Η μινωική κεραμική στην Κύπρο και η κυπριακή κεραμική στην Κρήτη σηματοδοτούν πιο στενή επικοινωνία μεταξύ των δύο νησιών. Η Κύπρος, με μεγάλα κοιτάσματα χαλκού, έκανε μεγάλες εξαγωγές του μεταλλεύματος σε ανατολή και δύση, με τη μορφή ταλάντων σε σχήμα δέρματος βοδιού. Τέτοια τάλαντα εμφανίζουν ευρύτατη εξάπλωση, από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη Σαρδηνία, την Κρήτη, τη Συρία και την Παλαιστίνη. Με τη μέθοδο της ανάλυσης των ισοτόπων του μολύβδου, διαπιστώνεται ότι ο χαλκός των περισσοτέρων από τα τάλαντα που έχουν βρεθεί στην Κρήτη προέρχεται από το Λαύριο και όχι από την Κύπρο. Αντίθετα, περίπου τα μισά από τα τάλαντα της πόλης του Ακρωτηρίου της Θήρας, η οποία είχε στενές σχέσεις με την Κρήτη, αποδείχθηκε ότι περιείχαν χαλκό από την Κύπρο.

Σφραγιδοκύλινδροι από τη Συροπαλαιστίνη συνε­χίζουν να εμφανίζονται στην Κρήτη κατά τη Νεοα- νακτορική εποχή, δείχνοντας συνέχεια στις σχέσεις.  Πέτρινα τριποδικά γουδιά συροπαλαιστινιακού τύπου κάνουν αυτή την εποχή την εμφάνισή τουε στην Κρήτη και τη Θήρα. Σκεύη όπως αυτά επηρέα­σαν τη ντόπια παραγωγή και έγιναν μόδα στα δύο νησιά, ενώ η επέκταση, αργότερα, της χρήσης τους και στην ηπειρωτική Ελλάδα, σηματοδοτεί την επί­δραση των ανατολίτικων συρμών στο Αιγαίο και στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο.

Συνεχίζεται…

Πηγή: Καθημερινή, 7 ημέρες, 19 Μαρτ. 2000

Related posts:

Comments