ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1912 Η συνθήκη του Λονδίνου

Στο Λονδίνο, ήδη από τον 14ο αιώνα, πραγματοποιήθηκαν πολλές διπλωματικές επαφές κάθε τύπου. Ως «Συνθήκη του Λονδίνου» του 1913 είθισται να ονομάζεται το αποτέλεσμα συνεδριών των Μεγάλων Δυνάμεων, που ακολούθησαν την πρώτη Βαλκανική Ανακωχή μεταξύ βαλκανικών κρατών (πλην Ελλάδας) και Τουρκίας την 3η Δεκεμβρίου 1912. Η Ελλάδας συμμετείχε από την 16η του ίδιου μήνα, και έτσι, η όποια συνθήκη του Λονδίνου ήταν μέσα στο πλαίσιο μιας διακεκομμένης συνδιάσκεψης ειρήνης. Στις 23 Ιανουαρίου η συνδιάσκεψη έφτασε σε ένα αποτέλεσμα, το οποίο διερράγη την επομένη ημέρα, εξαιτίας ενός πραξικοπήματος στην Τουρκία. Οταν οι περισσότεροι στόχοι της συνδιάσκεψης άρχισαν να συγκλίνουν, την 30ή Μαΐου 1913 υπογράφτηκε μια «Συνθήκη του Λονδίνου» που κατά ένα μέρος της δεν τηρήθηκε, αφού ξεκίνησε ευθύς ο Β’ Βαλκανικός Πόλεμος. Εντέλει αυτή η σχοινοτενής διπλωματική υπόθεση φάνηκε να λήγει την 12η Αυγούστου του 1913, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, που θεωρείται η τελευταία πράξη της συνδιάσκεψης που ξεκίνησε στο Λονδίνο. Προσωρινά, λύθηκαν μερικά ζητήματα και δημιουργήθηκαν περισσότερα.

Τα διεθνή ζητήματα

«Μεγάλες δυνάμεις» ατύπως θεωρούνταν μεγάλα κράτη που υπήρχαν το έτος 1830. Αυτήν τη φορά, όμως, η Ιταλία, ένα κράτος ολίγων δεκαετιών, απαίτησε να θεωρείται Μεγάλη Δύναμη, πράγμα που υποστήριξε ενεργά η Αυστροουγγαρία, παρότι είχε κάθε λόγο να υποψιάζεται την επιθετικότητα της νέας γείτονος. Οι δύο χώρες ενώθηκαν υπό μία κοινή βλέψη: να αποκτήσουν ερείσματα στη δυτική βαλκανική, με την ίδρυση του κράτους της Αλβανίας. Βέβαια, τρεις χώρες είχαν μόλις διαμοιράσει αυτά τα εδάφη, το Μαυροβούνιο, η Σερβία και η Ελλάδα. Πλην οι μεγάλες δυνάμεις δεν ομονοούσαν σε αυτό το ζήτημα.

Στο Λονδίνο, η ατζέντα χωρίζονταν: (α) στο τι επεδίωκαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ενίοτε αντιφατικό και (β) πού το πήγαιναν οι νικήτριες βαλκανικές χώρες. Ηδη από νωρίς κουβέντιαζαν για τα εξής: τη δημιουργία της Αλβανίας, αφήνοντας τη χάραξη των συνόρων γι’ αργότερα, την καθιέρωση της γραμμής Αίνου-Μηδεία ως σύνορο για την Τουρκία, πράγμα που άφηνε στους Οθωμανούς μικρό μέρος της Θράκης, την επιδίκαση της Κρήτης και του Αγίου Ορους στην Ελλάδα, αλλά με άλυτο το ζήτημα των νησιών του Αιγαίου και τέλος γενικότητες που άφηναν εκκρεμή τα σύνορα μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας.

Ο οικοδεσπότης

Η κατάσταση στην Ευρώπη και στο διεθνή ορίζοντα ήταν τόσο βαριά και μπερδεμένη, ώστε ο υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Εδουάρδος Γκρέι, ο μακροβιότερος σε αυτό το πόστο ασχολήθηκε με τη συνδιάσκεψη του Λονδίνου μάλλον τυπικά. Ο μετέπειτα υποκόμης του Φάλοντον, ενός φέουδου που μετά περιήλθε σε μια γειτονική βαρωνία, χάρη στην οποία ο κόσμος άρχισε να πίνει το τσάι «Ερλ Γκρέι», με άρωμα εσπεριδοειδών, ήταν ένας αφοσιωμένος ψαράς και εντομολόγος, που χήρεψε δυο φορές και υπηρέτησε πιστά το Στέμμα, είτε στο τένις, είτε προεδρεύοντας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ως προς την Ελλάδα, υπήρχε μάλλον η πεποίθηση ότι την έχει στο τσεπάκι του, πράγμα που εξηγεί εν μέρει, γιατί στο Λονδίνο, η χώρα που έφυγε με την μεγαλύτερη αγωνία ήταν ακριβώς η Ελλάδα.

Τα κύρια ζητήματα

Η Ελλάδα δεν είχε κανένα ενδιαφέρον βέβαια για να επιλυθεί το εθνωτικό ζήτημα στο Σαντζάκι της Σερβίας, και φαίνεται, με άφθονο στρατό που διέθετε στα Γιάννενα, πως ήταν αισιόδοξη για το ζήτημα του νέου γείτονα που πήγαιναν να της φορτώσουν, της Αλβανίας. Καθώς η ακτιβιστική πτέρυγα των Αλβανών πατριωτών ξεκινούσε κυρίως από το Κόσσοβο, δύσκολα η Ελλαδα μπορούσε να αντιληφθεί πως οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν είχαν κάποια αίσθηση δικαιοσύνης που τους οδηγούσε στην ανεξαρτησία της Αλβανίας, αλλά στην επιθυμία της Ιταλίας να προσαρτήσει ή να επηρεάσει το τμήμα εκείνο της δυτικής Βαλκανικής που προσέγγιζε τις ιταλικές ακτές. Γι΄αυτό και η νότια Αλβανία ή η βόρεια Ηπειρος άρχισε να παίζει σημαντικό ρόλο, πλην αφανή, στις διαπραγματεύσεις. Για την ώρα, παιζόταν η ύπαρξη του νέου κράτους. Η Ρωσία υποστήριξε τη Σερβία, η Αυστρία και η Ιταλία την αυτονομία, ενώ η Αγγλία και μερικώς η Γερμανία, οι κύριοι μελλοντικοί τροφοδότες των βαλκανικών εξοπλισμών, τήρησαν ουδετερότητα.

Πέρα από την Αλβανία, που έγινε κράτος έως το μήνα Μάιο του 1913 και απέκτησε σύνορα αργότερα μέσα σε ένα χρόνο, τα εκκρεμή ζητήματα δημιούργησαν στην Ελλάδα πολύ μεγάλη αγωνία. Η αγωνία αφορούσε το Αιγαίο. Η Συνθήκη του Λονδίνου άφησε ανοιχτό το ζήτημα της διεκδίκησης των νησιών. Δηλαδή, ανάγκαζε τους Τούρκους και τους Ελληνες, με άλλα λόγια, να αγοράσουν ό,τι πολεμικό πλεούμενο ήταν διαθέσιμο στην αγορά, ακόμη και παρωχημένα σαπιοκάραβα. Εως την έναρξη του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, και στις παραμονές μιας μεγάλης νίκης εναντίον των Βουλγάρων, οι Ελληνες είχαν στο μυαλό τους να επικρατήσουν σε κάθε άνοιγμα του Αιγαίου, διότι προέβλεπαν ότι η υπεροπλία που τους έδινε ο «Αβέρωφ» γρήγορα θα έπαυε να υπάρχει, καθώς νέα υπερντρέντνοτ, πανίσχυρα, πανάκριβα και τεράστια, αναμένονταν να πλημμυρίσουν την αγορά.

Το τελευταίο ζήτημα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα ήταν η σχέση με τη Βουλγαρία. Οι πρόσφατοι σύμμαχοι που ακόμη αγωνίζονταν για την Αδριανούπολη και τσακώνονταν με τους Σέρβους για ζητήματα «Δυτικής Βουλγαρίας» αλλά και ερμηνείας διαφόρων ζητημάτων αμοιβαίων ενοχλήσεων διέθεταν ένα δυνατό στρατό, περίμεναν πιστοποίηση μεγάλων κερδών σε Ανατολική και Δυτική Θράκη, ετοιμάζονταν, επιτέλους να παίξουν μείζονα ρόλο ως ναυτική μεσογειακή δύναμη, πράγμα που είχαν να χαρούν εμμέσως από την εποχή των σλαβικών μονοξύλων, και με μια ισχυρή δύναμη να «ξεκουράζεται» στη Σαλονίκη, είχαν τη βάσιμη ελπίδα ότι θα νικούσαν του Ελληνες σε επικείμενο πόλεμο, περιορίζοντας παράλληλα τους Σέρβους στο να μην έχουν πολλές διεκδικήσεις νοτίως των Σκοπίων. Η συνθήκη του Λονδίνου που άφηνε ένα σαφές κενό στα κατεχόμενα και διεκδικούμενα εδάφη (λόγου χάρη δεν περιείχε διάταξη που να επιδικάζει ότι τα δορυάλωτα μέρη ανήκουν στον κατέχοντα) επέτρεπε ένα τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών.

Η κύρια επίπτωση

Το αποτέλεσμα για την Ελλάδα ήταν αντιφατικό. Οι σύμμαχοι δεν είχαν κανένα λόγο να την ικανοποιήσουν πλήρως, αφού ήταν για την ώρα μια «ευχάριστη έκπληξη» από στρατιωτική σκοπιά, που έπρεπε, όμως, να εξοπλιστεί και να αποδείξει την αξιοπιστία της. Για την ώρα, ήταν ένας καλός πελάτης! Δεν είναι άνευ σημασίας πως στο ναυτικό ανταγωνισμό που ακολούθησε οι Αγγλοι είχαν πελάτη την Τουρκία και οι Γερμανοί την Ελλάδα!

Η κύρια επίπτωση της συνθήκης ήταν απλή: αν η Ελλάδα ήθελε τη Θεσσαλονίκη και τις νέες της χώρες, έπρεπε να πολεμήσει με τη Βουλγαρία και να τη νικήσει. Οχι, η συνθήκη δεν έγραφε, όπως έκανε για την Κρήτη, ότι η Θεσσαλονίκη θα παραμείνει στην Ελλάδα. Τόσο οι Οθωμανοί, όσο και οι άλλες δυνάμεις της Ευρώπης είχαν μισάνοιχτο το μάτι τους, την ώρα της προσωρινής ειρήνης. Ακόμη, όλα ήταν πιθανά!

www.agelioforos.gr/default.asp?pid=7&ct

Related posts:

Comments