ΤΟ ΘΕΡΙΝΟΝ ΑΝΑΚΤΟΡΟΝ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΑΠΕΚΑΛΥΦΘΗ ΝΟΤΙΩΣ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ ΕΙΣ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟΝ ΤΟΥ

ΤΑ ΝΕΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΝΑΣΚΑΦΩΝ ΤΗΣ ΒΕΡΓΙΝΑΣ

Andronikos_Vergina_62

Μίλτης Παρασκευαΐδης
Καθημερινή, 29.07.1962

Η «Υπηρεσία Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως» κατέστησε γνωστόν με «δημοσίευμά της», που εκυκλοφόρησε εκτός εμπορίου, ότι το κυρίως ανασκαφικόν έργον δια την αποκάλυψιν των ερειπίων του λεγομένου σήμερον «Ανακτόρου της Βεργίνας» δύναται να θεωρηθεί λήξαν, μετά τας εργασίας του θέρους του 1961.

Το «δημοσίευμα» αυτό, όπως σημειώνει εις τον πρόλογον του ο Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων κ. Ι.Κ.Παπαδημητρίου, περιλαμβάνει εν περιλήψει τα πορίσματα των μεταπολεμικών ερευνών εν συναφεία προς τα των παλαιοτέρων των Heuzey – Daumet και Κ.Α.Ρωμαίου, εβασίσθη δε εις τας υπηρεσιακάς – επιστημονικάς εκθέσεις των ανασκαφών, τας συνταχθείσας δια τα έτη 1954, 1956 και 1959 -1961.

Εις τον πρόλογον του «δημοσιεύματος» αναφέρεται επίσης, υπό του κ. Παπαδημητρίου, μεταξύ άλλων, ότι το λαμπρόν βασιλικόν κτίσμα της Βεργίνας των πρίμων Ελληνιστικών χρόνων «παραμένει κατά μάλλον ή ήττον άγνωστον εις το ευρύτερον κοινόν», υπενθυμίζεται δε ότι τον Μάιον του 1961 εωρτάσθη η συμπλήρωσις εκατονταετίας από της ενάρξεως των ανασκαφών υπό της Γαλλικής αρχαιολογικής αποστολής των Heuzey και Daumet.

Ο προορισμός της οικοδομής

Εις το κείμενον 30 σελίδων του νέου «δημοσιεύματος», τονίζεται ότι τα αποκαλυφθέντα ερείπια της μεγάλης οικοδομής της Βεργίνας ή Παλατίτσας ανήκουν εις Ανάκτορον και δεν εξετάζεται καμμία άλλη άποψις, ούτε αναφέρεται το γεγονός ότι τα αποκαλυφθέντα δωμάτιά της υπενθυμίζουν αιθούσας δημοσίων κτιρίων («καταγωγίων») τα οποία υπήρχον κατά την αρχαιότητα κυρίως πλησίον πολυσυχνάστων ιερών και εχρησίμευον δια την εστίασιν και ανάπαυσιν τω προσερχομένων προσκυνητών.

Εν τούτοις είναι αναμφισβητήτος η ομοιότης των δωματίων του « Ανακτόρου της Βεργίνας» με τα δωμάτια πρυτανείων και της μεγάλης Στοάς της Βραυρώνος η οποία επιπλέον, παρ’ όλον ότι εκτίσθη εις παλαιοτέραν εποχήν, παρουσιάζει ομοιότητα με το Μακεδονικόν κτίριον τόσον εις την κεντρικήν υπαίθριον αυλήν της όσον και εις την ιδιορρυθμίαν να έχη την δυτικήν πλευράν της περίπου διπλασίαν της ανατολικής ως προς το πλάτος. Το «Ανάκτορον της Βεργίνας» έχει κατ’ ανάλογον τρόπον την βορείαν πλευράν του, εις πλάτος, σχεδόν διπλασίαν της νοτίας. Εις το βόρειον ήμισυ του «Ανακτόρου της Βεργίνας» υπάρχει καθ’ όλον το μήκος του ένας πρόσθετος χώρος ο οποίος, όπως προκύπτει από το σχέδιον της κατόψεως εχωρίζετο εις δωμάτια, κατά την ιδιορρυθμίαν που παρουσιάζει και η Στοά Άρκτων της Βραυρώνος εις την δυτικήν της πλευράν.

Εξ’ άλλου, παρά το ιερόν της Ολυμπίας είχε κτισθή τον 4ον ή 3ον αιώνα π.Χ. το πολυτελέστατον ξενοδοχείον «Λεωνίδαιον» δια να φιλοξενούνται εις αυτό οι επιφανείς επισκέπται, είχε δε τούτο διαστάσεις περίπου 80×74 μέτρων και εις κέντρον του υπαίθριον αυλήν, όπως το «Ανάκτορον της Βεργίνας».

Ανάλογον σχέδιον έχει και η μεγάλη οικοδομή, που είχεν αποκαλύψει ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος εις την Δημητριάδα( παρά του Βόλου), επί λόφου ύψους 33 μέτρων. Την οικοδομήν αυτήν εχαρακτήρισεν ο κ. Ν.Δ.Παπαχατζής ως «Ανάκτορον της Δημητριάδος», βασισθείς εις την ομοιότητα της με το λεγόμενον «Ανάκτορον της Βεργίνας». Εν τούτοις ο αποκαλύψας την οικοδομήν του λόφου των 33 μέτρων εις την Δημητριάδα καθηγητής Αρβανιτόπουλος ανεζήτει όπως και ο Γερμανός αρχαιολόγος Φρ. Στάιλιν εις άλλην θέσιν το Ανάκτορο της Δημητριάδος. Θα έπρεπε λοιπόν ίσως να εξετασθή και το ενδεχόμενον μήπως η ομοιάζουσα με το «Ανάκτορον της Βεργίνας» οικοδομή της Δημητριάδος εχρησίμευεν ως ξενών ( ανάλογος με το «Λεωνίδαιον» της Ολυμπίας και με την Μεγάλην Στοάν της Βραυρώνος) δια τους προσκυνητάς του παρακειμένου Ιερού της Ιωλκίας Αρτέμιδος και κυρίως δια τους επισήμους επισκέπτας της Δημητριάδος, η οποία είχε τότε και το αναστηλωθέν τελευταίως υπό του κ.Δ.Θεοχάρη θέατρον εξαιρέτου ηχητικότητος.

Παλαιά και νέα συμπεράσματα

Ασφαλώς εις την προαγγελομένην μετά ικανόν χρονικόν διάστημα «οριστικήν δημοσίευσιν» των αποτελεσμάτων της ανασκαφής του «Ανακτόρου της Βεργίνας» θα εξετασθούν και θα αποκρουσθούν, με επιχειρήματα όλα τα άλλα ενδεχόμενα προορισμού της αποκαλυφθείσης οικοδομής. Εις το νέον όμως «δημοσίευμα της Υπηρεσίας Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεως» του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως ως αποδείξεις του ανακτορικού προορισμού της οικοδομής της Βεργίνας παρατίθενται το παλαιόν συμπέρασμα του πρώτου αποκαλύψαντος αυτήν Γάλλου αρχαιολόγου L.Heuzey και η διαβεβαίωσις των νεωτέρων ανασκαφέων ότι πιστεύουν «πως είναι αδύνατον να θεωρηθή απλή κατοικία το τεράστιο αυτό οικοδόμημα με τους πολυάριθμους και ποικίλους χώρους». Ο αποκλεισμός όμως του ενδεχομένου της «απλής κατοικίας» δεν συνεπάγεται διόλου απόδειξιν ταυτίσεως της οικοδομής της Βεργίνας με βασιλικόν ανάκτορον.

Η μετακλασσική μόδα

Εξ άλλου ο αναγνώστης θα πρέπει να λάβη υπ ‘ όψιν, ότι η οικοδομή της Βεργίνας είναι «τεραστία», διότι εκτίσθη μετά την Κλασσικήν περίοδον εις τους Ελληνιστικούς χρόνους επί της βασιλείας του Αντιγόνου Γονατά ( 279 – 239 π.Χ.), εις εποχήν δηλαδή κατά την οποίαν οι οικοδόμοι από μόδαν ανάλογον με τον σύγχρονόν μας «αμερικανισμόν» απέβλεπαν εις την ανέγερσιν κολοσσιαίων κτιρίων, όπως είναι και το τεράστιον Ελληνιστικόν Ολυμπιείον των Αθηνών.

Χωρίς λοιπόν να αποκλείεται η άποψις του νέου «δημοσιεύματος» ότι πρόκειται περί «θερινού» ανακτόρου του Μακεδόνος βασιλέως Αντιγόνου Γονατά, επιβάλλεται να εξετασθή μήπως η οικοδομή αυτή είχε ξενοδοχειακόν χαρακτήρα και εξυπηρετούσε παρακείμενον Ιερόν, ανάλογον με την Άλτιν της Ολυμπίας, με το Ιερόν της Αρτέμιδος Ιωλκίας της Δημητριάδος. Ας ληφθή , εξ’ άλλου από τας αναγνώστας υπ΄όψιν ότι ο Heuzey είχεν αναγνωρίσει μαγειρεία και εστιατόρια εις τους βορείους χώρους του ανατολικού τμήματος του ανακτόρου της Βεργίνας.

Η θέσις του Ανακτόρου

Το «δημοσίευμα» του Υπουργείου Προεδρίας παραθέτει και μετάφρασιν της περιγραφής που είχε κάμει δια την θέσιν του «Ανακτόρου» ο Γάλλος Heuzey προ εκατόν περίπου ετών:

«Απ’ εδώ τα μάτια του θεατή αγκαλιάζουν έναν ορίζοντα μεγαλοπρεπέστατα. Πέρα από την πυκνή γραμμή των φουντωτών δένδρων, που σημειώνουν και υπογραμμίζουν τη διαδρομή του Αλιάκμονα, όλη η πεδιάδα της Μακεδονίας ξετυλίγεται σαν ένα απέραντο λιβάδι. Κατά τα βορεινά, το όρος Πάικο διαγράφει τον απότομο κώνο του και προεκτείνει κατά τα ανατολικά μια μακριά κατωφέρεια, στην άκρη της οποίας θα μπορούσε κανείς κατά τους αρχαίους χρόνους ν’αντικρύση αναδυόμενα τα ψηλά αετώματα και τα βασιλικά οικοδομήματα της Πέλλας. Πιο πέρα, προς την ίδια κατεύθυνση, τα χαμηλώματα απομακρύνονται και σιγά σιγά εξαφανίζονται προς το άπειρο αφήνοντας να μαντέψης τη γειτνίαση της θάλασσας, χωρίς ωστόσο να μπορής και να την ιδής πουθενά. Αντίθετα, κατά τα δυτικά, και πιο κοντά στον θεατή, εκτείνεται το Βέρμιο με τα διαδοχικά σκαλοπάτια των ανδήρων του, δασώδη ή καλλιεργημένα, και στους πρόποδες του απλώνεται η μεγάλη πόλη Βέροια, όπου και η αρχαία Βέροια, η οποία ανάμεσα από τα αρώματα των ανθισμένων τριανταφυλλιών και τα δροσερά νεροβουίσματα των ρεματιών της, σημειώνει ακόμη και τώρα τη θέση των κήπων του βασιλιά Μίδα και του αρχαίου παραδείσου των Φρυγών».

Η πόλις της περιοχής

Εις την θέσιν αυτήν οι νεώτεροι ανασκαφείς κ.κ. Μαν. Ανδρόνικος, Χαράλαμπος Μακαρόνας, Νικ. Μουτσόπουλος και Γεωργ. Μπακαλάκης παραδέχονται, συμφωνούντες με την άποψη του Heuzey και του καθηγητού και ακαδημαϊκού Κ.Ρωμαίου, ότι ευρίσκετο η αρχαία πόλις Βάλλα. Κατά τους ιδίους, η ανασκαφή του εκτεταμένου γειτονικού νεκροταφείου έδειξεν ότι εκεί υπήρχε συνοικισμός του οποίου η ζωή ήρχισε από το 1000 π.Χ. περίπου και εξηκολούθησε έως την εποχήν που τον διεδέχθη η ελληνιστική «Βάλλα», η οποία θα είχε αρκετά μακρόχρονον ζωήν όπως δεικνύουν ορισμένα ευρήματα του 2ου π.Χ. αιώνος και μερικά των χρόνων της ρωμαιοκρατίας. Ωρισμένους εκ των τάφων της περιοχής Βεργίνας έχει ανασκάψει εκτός του καθηγητού κ. Ανδρόνικου και ο Έφορος Αρχαιοτήτων κ. Φώτιος Πέτσας. Εις την ιδίαν περιοχή είχε αποκαλυφθή και ένας μεγάλος καμαρωτός Μακεδονικός τάφος, πιθανώς της βασιλείας του Αντιγόνου με ανασκαφάς του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που είχε διευθύνει ο καθηγητής Ρωμαίος.

Ευρίσκετο εις «ακρόπολιν»;

Το αποκαλυφθέν Ανάκτορον ευρίσκεται εις τους βορείους πρόποδας των Πιερίων, περί τα 17 χιλιόμετρα νοτίως της Βεροίας και περί τα 20 λεπτά της ώρας νοτιώτερον του χωρίου Βεργίνα. Κατά τους νεώτερους ανασκαφείς, η ύπαρξις λειψάνων τοίχων και τεμαχισμένων κεραμιδιών, εις όλην την έκτασιν βορείως του Ανακτόρου μέχρι του καμαρωτού τάφου, επιτρέπει το συμπέρασμα ότι το Ανάκτορον ευρίσκετο εις την «ακρόπολιν» μιας αρκετά μεκάλης πόλεως. Κατά τον Heuzey η πόλις αυτή επροστατεύετο εκ νότου από μεγάλου οχυρωματικόν περίβολον, που δεν σώζεται πλέον.

Εις την περιοχήν αυτή υπήρχε το χωρίον Παλατίτσια (= Παλατάκια), του οποίου το όνομα εδήλωνε, κατά τον καθηγητήν Κ.Ρωμαίον, μικρό παλάτι προς διάκρισιν από το μεγάλο, το οποίο θα είχε η βασίλισσα Βεργίνα εις την Βέροιαν. Κατά την λαϊκήν παράδοσιν, οσάκις εκινδύνευε η βασίλισσα της Βεροίας εξηφανίζετο δι’ υπογείας διόδου, που ήταν το αρχαίον υδραγωγείον της περιοχής και εξησφαλίζετο εις το μικρό παλάτι των Παλατιτσίων.

Το νέον « δημοσίευμα» αναφέρει ότι οι Αντιγονίδαι Μακεδόνες βασιλείς είχαν «θερινόν» ανάκτορον εις την θέσιν αυτήν , ίσως διότι – συμφώνως προς αναπόδεικτον υπόθεσιν του Αμερικανού καθηγητού κ. Ch.Edson – κατήγοντο από την περιοχήν αυτήν των Πιερίων.

Κτισμένον δια πώρου και ωμοπλίνθων

Κατά τους 4 ανασκαφείς, το Ανάκτορον κατελάμβανε έκτασιν 104,50 x 88,50 μέτρων, η δε υπαίθριος κεντρική αυλή του ήτο περίπου 37 x 37 μέτρων. Μέχρι του ύψους των «ορθοστατών» η τεραστία αυτή η οικοδομή ήταν κατασκευασμένη με πωρολίθους, ολόκληροι δε οι υπόλοιποι τοίχοι εις τα ανώτερα σημεία ήσαν κτισμένοι δι ‘ ωμοπλίνθων. Πάντως όλη η επιφάνεια των τοίχων έφερε καλοδουλευμένην επίστρωσιν ασβεστοκονιάματος. Οι 4 ανασκαφείς θεωρούν πολύ πιθανόν ότι εις ωρισμένους τουλάχιστον επισήμους χώρους, οι τοίχοι ήσαν κοσμημένοι με τοιχογραφίας. Τα μόνα μαρμάρινα χωρίς επιχρίσματα, μέλη του Ανακτόρου της Βεργίνας, ήσαν τα κατώφλια, εις την βάσιν των οποίων διαπιστώνεται ευαίσθητος επεξεργασία των «κυματίων».

Το ψηφιδωτόν μιας αιθούσης του

Εις μίαν από τας επισημοτέρας αιθούσας του Ανακτόρου, η οποία ευρίσκεται εις την νοτίαν πλευράν του και έχει διαστάσεις περίπου 82 τετραγωνικών μέτρων, απεκαλύφθη το 1956 ψηφιδωτόν δάπεδον εξαιρέτου ποιότητος, κατασκευασμένον από μικρά χαλίκια ποταμού μαύρα, λευκά,γκρι, κόκκινα και κίτρινα πολλών αποχρώσεων. Κατά την περιγραφήν του νέου «δημοσιεύματος», το ψηφιδωτόν αυτό, που αντεγράφη ήδη από τον ζωγράφον κ. Χρ.Λεφάκην , έχει ως κεντρικόν πυρήνα και αφετηρίαν έναν μεγάλον ρόδακα από 8 πέταλα και ισάριθμα σέπαλα. Από τον ρόδακα εκκινούν 8 ζεύγη βλαστών, οι οποίοι συμπλέκονται και διακλαδίζονται ρυθμικώς πλαισιώνοντες το κεντρικόν κόσμημα και κατευθυνόμενοι εν συνεχεία προς την περιφέρειαν συμμετρικώς. Εν τω μεταξύ τα κενά συμπληρώνονται με άνθη, φυσικά ή φανταστικά, φύλλα και έλικας. Ολόκληρον το θέμα πλαισιώνεται με μίαν κυκλικήν ζώνην από σύνθετον μαίανδρον και κυματοειδή σπειρομαίανδρον. Εις κάθε μίαν από τας 4 γωνίας έχομεν και από μίαν γυναικείαν μορφήν που καταλήγει εις ανθεμωτόν κόσμημα απ’ όπου ξεκινούν βλαστοί, φύλλα, έλικες και άνθη. Εις την αίθουσαν αυτήν του ψηφιδωτού απεκαλύφθη και ένας μεταγενέστερος βωμός και πέριξ αυτού ευρέθησαν μισοκαμένα οστά ζώων.

Κατά τα τελευταία έτη, δια μέσου της περιοχής του εκτεταμένου αρχαίου νεκροταφείου της Βεργίνας, εχαράχθη μεγάλος αυτοκινητόδρομος δι ‘ απευθείας σύνδεσιν της Βεροίας μετά της νέας μέσω Τεμπών εθνικής οδού. Δια τον λόγον αυτόν η Αρχαιολογική Υπηρεσία υπεχρεώθη το 1960 να ανασκάψη δια του Εφόρου Αρχαιοτήτων κ. Φωτίου Πέτσα, περί τους εκτό τύμβους εντός ζώνης διαστάσεων 24×400 μέτρων, εις την οποία επρόκειτο να αρχίσει η κατασκευή του νέου αυτοκινητοδρόμου. Τα αποτελέσματα των ανασκαφών εκείνων του Φ.Πέτσα έχομεν δημοσιεύσει εις την «Καθημερινήν» της 24ης Δεκεμβρίου 1960.

Δια τας δαπάνας των νέων ανασκαφών του Ανακτόρου της Βεργίνας συνεισέφεραν εκτός του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, το Εμπορικόν Επιμελητήριον Θεσσαλονίκης, ως και το «Ίδρυμα Σίγγερ-Πολινιάκ».Το Ίδρυμα αυτό ιδρύθη το 1932, προς ενίσχυσιν ανασκαφών και αναστηλώσεων, με οικονομικήν βάσιν δωρεάν της Γαλλίδος πριγκιπίσσης Edmond Polignac το γένος Singer. Την προεδρίαν του Ιδρύματος είχε κατ’ αρχάς ο πρεσβευτής Άθως Ρωμανός και μετά τον θάνατον αυτού ο κ. Περ. Αργυρόπουλος.

Related posts:

Comments