Πύρρος της Ηπείρου

Ο Πύρρος της Ηπείρου, (318 - 272 π.Χ.) ήταν Βασιλιάς της Ηπείρου και μέλος του Βασιλικού οίκου των Μολοσσών, των Αιακιδών. Πατέρας του ήταν ο Ηπειρώτης Αιακίδης και μητέρα του, η Φθία απο την Θεσσαλία. Ο Αιακίδης εκδιώχτηκε απο τον θρόνο της Ηπείρου και ο ίδιος ο Πύρρος σώθηκε απο πιστούς υπηρέτες που τον παράδωσαν στην Ηπειρώτισσα Πριγκήπισσα Βέροια [1], σύζυγο του Ηγεμόνα των Ιλλυριών Ταυλάντιων, Γλαυκία[2]. Ο Πύρρος ήταν τότε μόλις 2 ετών. Ανατράφηκε στην αυλή του Γλαυκία μαζί με τα παιδιά του και παρόλο το γεγονός ότι ο Κάσσανδρος της Μακεδονίας πρόσφερε 200 τάλαντα τον Γλαυκία για να του παραδώσει τον Πύρρο, εκείνος λόγω της γυναίκας του αρνήθηκε.

Το 307 π.Χ. με την βοήθεια του Γλαυκία, ο Πύρρος επέστρεψε στην Ήπειρο και κατέλαβε τον θρόνο του πατέρα του. Πέντε χρόνια αργότερα, το 302 π.Χ. και ενώ ο νεαρός Πύρρος είχε μεταβεί στην Ιλλυρία να παραστεί στους γάμους του υιού του Γλαυκία και της θείας του Βέροιας, οι Μολοσσοί επαναστάτησαν. Ο Πύρρος έχασε τον θρόνο του και αναγκάστηκε για μια ακόμα φορά να φύγει απο την πατρίδα του. Στην συνέχεια κατέφυγε στον Δημήτριο τον Πολιορκητή. Πολέμησε μαζί του στην μάχη στην Ιψό (301 π.Χ). Αργότερα πήγε στην Αλεξάνδρεια όπου γνωρίστηκε με τον βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο Σωτήρα, που του έδωσε για γυναίκα του την Αντιγόνη. Στην συνέχεια ο Πτολεμαίος εφοδίασε τον γαμπρό του με στρατό και χρήματα και στα 296 π.Χ. ο Πύρρος επέστρεψε στην Ήπειρο και ξαναπήρε τον Βασιλικό θρόνο.

Σε λίγο έγινε κύριος της Ακαρνανίας και της Κέρκυρας. Ύστερα βάδισε εναντίον της Μακεδονίας και οι Μακεδόνες τον ανακήρυξαν Βασιλιά τους. Η φημη του μεγάλωνε και όλοι μιλούσαν για την γενναιότητα του και τις στρατηγικές του ικανότητες. Η πρώτη του ήττα ήρθε λίγο αργότερα. Ο Λυσίμαχος εισέβαλε στην Μακεδονία και ο Πύρρος αφού ηττήθηκε αναγκάστηκε να αφήσει τον Μακεδονικό θρόνο και να γυρίσει στην Ήπειρο. Φιλόδοξος και πολεμόχαρος όπως ήταν δέχτηκε την έκκληση των Ταραντινών να τους βοηθήσει στον πόλεμο εναντίον των Ρωμαίων.

Ό Πύρρος αποβιβάστηκε στόν Τάραντα, οπου κράτησε μισθοφορικό στρατό μέ χιλιάδες πολε­μιστές και πολλούς ελέφαντες, πού τούς χρησιμοποιοΰσε στις μάχες εναντίον τοϋ ίππικού. Ετσι, στα 280 π.Χ. νίκησε τους Ρωμαίους στήν Ηράκλεια και τό Ασκλο, μά ό στρατός του πλήρωσε ακριβά τις νίκες αυτές. Ό Πύρ­ρος μπροστά στις φοβερές απώλειες πού είχε, είπε τήν περίφημη φράση του: «“Αλλη μιά τέ­τοια νίκη και χάσαμε τά πάντα». Μά ό γενναίος πολέμαρχος δεν ησύχασε. “Ενα χρόνο αργότερα πολέμησε τούς Καρχηδόνιους και έλυσε τήν πολιορκία τών Συρακουσών. Ό σικελιώτικος λαός τόν ανακήρυξε ηγεμόνα. Γε­μάτος δόξα στά 275 π.Χ. γύρισε πίσω στον Τάραντα. Μά εκεί τόν περίμεναν οί Ρω­μαίοι, πού τον πολέμησαν και τον ανάγκασαν νά γυρίση πάλι στήν “Ηπειρο.

‘Αφοΰ ανασυγκρότησε το διαλυμένο κράτος του, κίνησε πάλι γιά τή Μακεδονία. Έκεΐ του ήρθε ή ίδέα νά υπόταξει και τήν Πελοπόννησο. Μάζεψε λοιπόν ισχυρό στρατό άπό Ηπει­ρώτες, Μακεδόνες και Γαλάτες, δυο χιλιάδες περίπου ιππείς και 24 Ελέφαντες και κίνησε γιά τή νέα του πολεμική εκστρατεία. Κατέβηκε στήν Πε­λοπόννησο, σάρωσε τή Λακωνία και πολιόρ­κησε τή Σπάρτη. Μά οί Σπαρτιάτες αντιστά­θηκαν γενναία και τόν ανάγκασαν να άποσυρθεί. Τστερα βάδισε νά κυριέψει, τό Άργος. Στο μεταξύ έφτασαν σέ βοήθεια τών Σπαρτιατών και τών Αργείων, ό βασιλιάς τής Μακεδονίας Αντίγονος και άλλοι αντίπαλοι τοΰ Πύρρου. Ό Ηπειρώτης βασιλιάς έφυγε. Καθώς βάδιζε γιά τό Άργος, σέ μιά ενέδρα σκοτώθηκε ό ένας άπό τούς γιους του, ό Πτολεμαίος. Τό Άργος τό κυβερνούσαν τότε δυο άρχοντες, ό Άριστέας και ό Αρίστιππος, πού όλο φιλονικοΰσαν μεταξύ τους. Ό ενας άπ’ αυτούς, ό Ά­ριστέας, γιά νά έξοντώσει τόν αντίπαλο του, γύερεψε την βοήθεια του Πύρρου. Συμφώνησε μαζι του μυστικά ν’ άφήσει ανοιχτή τή μεγάλη πύλη. Απο εκεί την νύχτα μπήκαν μέσα οι Γαλάτες στρατιώτες. Οι Αργίτες μολις είδαν τους Γαλάτες έπεσαν επάνω τους και ο Πύρρος έτρεξε να βοηθήσει τους Στρατιώτες του. Μέσα στην γενική σύγχηση που ακολουθησε ο Πύρρος νιώθοντας ότι κινδυνεύει, πέταξε την βασιλική περικεφαλαία του. Καθώς πολεμούσε ένας Αργίτης τον πλήγωσε ελαφρά και ο Πύρρος τον κυνήγησε να τον σκοτώσει. Εκείνος κρύφτηκε μέσα στο σπίτι του και η μητέρα του για να σώσει τον γιο της πέταξε απο ψηλά ένα κεραμίδι. Ο Πύρρος το δέχτηκε κατακέφαλα και έπεσε αναίσθητος. Ένας Μακεδόνας στρατιώτης του Αντίγονου τον αναγνώρισε και τον αποκεφάλισε. Αυτό ήταν το τέλος του Πύρρου, ενός απο τους μεγαλύτερους αρχαίους στρατηλάτες. Ο Αντίγονος απέδωσε βασιλικές τιμές στον Πύρρο και παράδωσε την στάχτη του νεκρού βασιλιά στο γιό του, Έλενο, να την μεταφέρει στην πατρίδα του, την Ήπειρο.

Βιβλιογραφία: “Χίλιες Μορφές”, Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια, Αντιγόνης Μεταξά

[1] Ιουστίνος 17.3.19

[2]Πλουτ. Πύρρος 3.1-5

Related posts:

Comments