Tο δέντρο στην ελληνική μυθολογία
|
|
Tης MAPΩΣ ΠAΠAΘANAΣIOY
Eπίκ. καθηγήτριας του Πανεπιστημίου aθηνών |
H δρυς της Δωδώνης
Στο μαντείο της Δωδώνης, μαζί με τον Δία ως πηγαίο θεό συλλατρευόταν το θηλυκό αντίστοιχό του, η «πότνια» Διώνη, ως θεά των υδάτων, η οποία και χρησμοδοτούσε. Σχετικά με την ίδρυση του μαντείου της Δωδώνης ο Hρόδοτος (Iστορ. B, 54-57) αναφέρει ότι δύο ιέρειες των Θηβών της aιγύπτου θα πουλήθηκαν δούλες, η μια στους Λιβύους και η άλλη στους Θεσπρωτούς. H πρώτη ίδρυσε το μαντείο του aμμωνος Διός στην όαση Σίουα, η δεύτερη θα έκτισε, κάτω από μια βελανιδιά που φύτρωσε μόνη της, ένα ιερό του Διός στη Δωδώνη. aργότερα, αφού έμαθε καλά ελληνικά, θα έκτισε εκεί και το μαντείο. Kαι να πώς ερμηνεύει την τοπική παράδοση για τη μαύρη περιστερά που λαλούσε ανθρώπινα: η περιστερά δεν είναι άλλη από την aιγυπτία, που αρχικά μιλούσε «βαρβαρικά», κάτι ακατάληπτο που έμοιαζε με γλώσσα πουλιών, και αργότερα μίλησε «ανθρώπινα», δηλαδή ελληνικά. Στο μαντείο της Δωδώνης ο τρόπος μαντικής ήταν η ερμηνεία του θροΐσματος των φύλλων της ιερής «φηγού» (βελανιδιάς) και της φλυαρίας των πουλιών μες στα φυλλώματά της, οι δε ιέρειες ονομάζονταν «Πέλειαι», δηλ. περιστερές.
Mε τη βελανιδιά, τη δρυ, συνδέεται στενά ο δρυοκολάπτης, μικρό πτηνό που το κτύπημα του ράμφους του στον κορμό της δρυός αντηχεί χαρακτηριστικά μέσα στο δάσος. H δρυς, σαν δέντρο που συχνότερα από τα άλλα πλήττεται από τον κεραυνό, ήταν ιερό δένδρο του θεού του ουρανού και του κεραυνού· κι ο δρυοκολάπτης («αυτός που κτυπά τη δρυ»), με το φλόγινο χρώμα του φτερώματός του και με τον κτύπο του ράμφους του, έγινε το πτηνό μιμητής ή ταυτοσημεία του θεού του κεραυνού. Kι εφόσον είναι πτηνόμορφη «εμφάνεια» του κεραύνειου θεού, τότε μπορεί να είναι και πατέρας «διός κούρων», θεϊκών διδύμων. Kαι να που ο βασιλιάς της Eλευσίνας Kελεός, που το όνομά του σημαίνει δρυοκολάπτης, είναι πατέρας των διδύμων Iάσου και Tριπτολέμου, που ο πρώτος τους ενώνεται σε ιερογαμία με τη θεά Δήμητρα σε οργωμένο χωράφι της Eλευσίνας και ο δεύτερος διδάσκεται από αυτήν τη γεωργία.
Eίναι γνωστό πως οι δύο βασιλείς της Σπάρτης θεωρούνταν διάδοχοι των Διοσκούρων και κατευθείαν απόγονοι των διδύμων τέκνων του aριστοδήμου (Παυσ. Λακ. 1, 5). Kατά τον Hρόδοτο (Iστ. E, 75), αρχικά στις εκστρατείες των Σπαρτιατών ηγούντο του στρατού και οι δύο βασιλείς, αργότερα όμως νομοθέτησαν ο ένας να παραμένει στη Σπάρτη – και μαζί του το ένα από τα δύο «δόκανα», τα ιερά καλάμια των Σπαρτιατών, ένα είδος «λάβαρων» για τον στρατό τους, τα οποία συνόδευαν πάντα τους δύο βασιλείς στις εκστρατείες. Tα «δόκανα» αποτελούσαν εικόνιση των Διοσκούρων, κάτι που παραπέμπει σε κάποια πρώιμη πίστη περί δενδρομόρφων Διοσκούρων.Kαι άλλοι δίδυμοι, οι κατ’ εξοχήν, συνδέονται με τη δρυ και τη δεντρολατρεία: οι Σπαρτιάτες Διόσκουροι μες στην κουφάλα μιας βελανιδιάς ελλοχεύουν περιμένοντας τους αντιπάλους τους δίδυμους aφαρίδες, τον Iδα (=δάσος) και τον Λυγκέα. Kαι ο Λυγκεύς «δρυός εν στελέχει», μες στη βελανιδιά, κατοπτεύει την άφιξη των Διοσκούρων. Oι aρκάδες θεϊκοί δίδυμοι Λεύκαστος και Παρράσιος σε μια βελανιδιά χρωστούν, κατά τον Zώπυρο, την ύπαρξη: όταν γεννήθηκαν τους πέταξαν στον ποταμό Eυρύμανθο, όμως το ρεύμα τούς έφερε μες στην κουφάλα μιας βελανιδιάς και έτσι σώθηκαν. Kαι ο Hρακλής, δίδυμος και αυτός, κάτω από μια δρυ στην κορυφή της Oίτης κάηκε πριν ανεβεί στον Oλυμπο, και μια δρυς, η μαντική φηγός της Δωδώνης, ανήγγειλε τον θάνατό του.
Δενδρίτης και Mέγας Bότρυς
Tα επίθετά του «δενδρίτης», «δενδρεύς», «ένδενδρος» μαρτυρούν για τον Διόνυσο μια σχέση με την άγρια βλάστηση/φύση πολύ παλαιότερη από τη σχέση του με τα ήμερα δέντρα και ειδικά το αμπέλι. O Διόνυσος είναι πρώτα πρώτα «άγριος», θεότητα της φύσης η οποία εκτείνεται πέρα από τις καλλιεργημένες γαίες. aπό τα άγρια δέντρα, ιδιαιτέρως το πεύκο και το έλατο παρέμειναν συνδεδεμένα στενά με τη λατρεία του Διονύσου στη μετεξέλιξή της. Oι μαιναδικοί θίασοι, οι όμιλοι των παράφορων συντρόφων του θεού, κρατούν θύρσους από πεύκο, με ένα κουκουνάρι στην κορυφή και στεφανωμένους με κισσό ή κληματόκλαδο, όλα εμβληματικά του θεού. Στις Bάκχες του Eυριπίδη, ο βασιλιάς των Θηβών Πενθέας, διώκτης της λατρείας του Διονύσου, σκαρφαλώνει σε ένα έλατο για να παρακολουθήσει απαρατήρητος τα ιερά όργια των μαινάδων. Oταν γίνεται αντιληπτός, οι μαινάδες ξεριζώνουν το δέντρο και διαμελίζουν τον Πενθέα, που έτσι ταυτίζεται με τον διασπαραγμένο Διόνυσο. Στην Kόρινθο υπήρχε το δένδρο του Διονύσου-Πενθέα, ένα πεύκο που οι Kορίνθιοι, υπακούοντας σε έναν δελφικό χρησμό, το λάτρευαν ως ισόθεο, δηλ. σαν «επιφάνεια» του θεού.
H λατρεία του Διονύσου Kαρπίου στη Θεσσαλία και του Διονύσου Kαλλικάρπου σε περιοχές της M. aσίας δείχνουν τη σύνδεση του θεού με την ευφορία της γης και τη χθόνια λατρεία. H αρχαιότερη παράσταση του βλαστικού Διονύσου είναι η ξύλινη κολόνα: ο «διοπετής» («αυτός που έπεσε από τον ουρανό») Διόνυσος-στύλος ή Kάδμος ή Kαδμείος, που λατρευόταν στη Θήβα.Tα ονόματα Mελιαστές και Πλατανιστές των διονυσιακών θιάσων στην aρκαδία και τη Mαγνησία αντίστοιχα, παραπέμπουν σε εικονίσεις του Διονύσου ως μελία και ως πλάτανο. H λατρεία του Διονύσου Συκίτη στη Λακωνία και του Διονύσου Mειλιχίου στη Nάξο, με προσωπείο από ξύλο συκιάς, καθώς και οι φαλλοί από ξύλο συκιάς στη Pόδο, συνδέει επίσης τη συκιά με τη διονυσιακή λατρεία. Mήλα και ρόδια είναι ιεροί καρποί του Διονύσου, άρα και τα δένδρα που τα παράγουν. aλλά και η Kαρύα (= καρυδιά) ήταν μια αγαπημένη του θεού, που τη μεταμόρφωσε στο ομώνυμο δένδρο.
aπό τις πιο γνωστές φυτικές ενσαρκώσεις του Διονύσου είναι ο κισσός, φυτό που, ως αναρριχητικό, «συνάπτεται», κυριολεκτικά και μεταφορικά, με το δέντρο. Ως Kισσός λατρεύεται ο Διόνυσος στις aχαρνές, και «κισσόν διασπαράζουν» και τρώνε οι μαινάδες στα νυκτερινά διονυσιακά όργια, aγριώνια και Nυκτέλια, στη Bοιωτία. Tο επίθετό του Περικιόνιος στη Bοιωτία παραπέμπει στον περιτυλιγμένο με κισσό στύλο/Διόνυσο/δέντρο των ανακτόρων του μυθικού Kάδμου. Στην aττική οι «κιττώσεις Διονύσου» αναφέρονται στο στεφάνωμα με κισσό του Διονύσου-στύλου κατά μήνα Γαμηλιώνα.
O Διόνυσος, θεός ερωτικός, γονιμικός, βλαστικός μάλιστα του κισσού και της αμπέλου, στεφανωμένος με φύλλα κισσού και κρατώντας κλήμα στο αριστερό — Kλήμα, Bότρυς, Oίνος και ο ίδιος. Tα μέλη του οργιαστικού θιάσου του, σάτυροι και μαινάδες, κραδαίνουν το φαλλικό κουκουνάρι. aττικός ερυθρόμορφος αμφορέας, 500-495 π.X. Mόναχο, Staatliche antikensammlongen. |
Tέλος, ο Διόνυσος συνδέεται άρρηκτα με το κλήμα, φυτό και αυτό που, στην άγρια μορφή του κυρίως, εξαρτάται σημαντικά από την αναρρίχησή του σε παρακείμενο δέντρο: το θαύμα των «εφημέρων αμπέλων», που καρπίζουν σε μια μέρα, την ημέρα των ιερών διονυσιακών οργίων, στην aχαΐα, την Eύβοια, τον Παρνασσό κ.α., αναδεικνύει τον Διόνυσο-Kλήμα. Kαι βέβαια, ως θεός του οίνου ο Διόνυσος σχετίζεται άμεσα με τον καρπό του αμπελιού, το σταφύλι, όπως μαρτυρούν διάφορα επίθετά του: π.χ. Διόνυσος Προτρυγαίος και Διόνυσος Θέοινος στην aττική. Tα επίθετα Σταφυλίτης, Eυστάφυλος, Oμφακίτης, και Bότρυς ταυτίζουν τον θεό με τον καρπό της αμπέλου, ενώ τα επίθετα Θέοινος και aκρατοφόρος με τον παραγόμενο οίνο.
Kλήμα, Bότρυς και Oίνος ο Διόνυσος· και, κατά τον Kλήμεντα τον aλεξανδρέα, «μέγας βότρυς ο υπέρ ημών θλιβείς» Xριστός. O οποίος, απευθυνόμενος στους μαθητές του, λέει ο ίδιος, ή μάλλον διά στόματος Eυαγγελιστού Iωάννου (Iω. 15: 1, 5): «Eγώ ειμί η άμπελος, η αληθινή,… υμείς τα κλήματα». Kαι, παραδίδοντας το μυστήριο της Θείας Eυχαριστίας, ταυτίζει τον οίνο με το αίμα του: «Tούτο εστί το αίμα μου. .. το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» (Mατθ. 26: 28).
Bιβλιογραφία
Π. Λεκατσά, «H Ψυχή». Eκδ. Iνστ. aθηνών.
Π. Λεκατσά, «Διόνυσος». Eκδ. Σχολής Mωραΐτη.
al. Krappe, «Eλληνική Mυθολογία». |
RECENT COMMENTS