Απρέπειες απέναντι σε έναν μεγάλο αρχαιολόγο

Sarigianidis

του Σάββα Καλεντερίδη

Αποχαιρετώντας το 2013, ο Ελληνισμός αποχαιρέτισε ένα από τα πιο επιφανή τέκνα του, τον Βίκτωρα Σαριγιαννίδη, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή στη Μόσχα, όπου και θάφτηκε, ανήμερα τα Χριστούγεννα.

Ο Βίκτωρ Σαριγιαννίδης γεννήθηκε στη μακρινή Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν (1929), από Έλληνες γονείς που κατάγονταν από την Αργυρούπολη του αλησμόνητου Πόντου. Σπούδασε Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Κεντρικής Ασίας και η μοίρα τού έλαχε να ακολουθήσει τα έσχατα βήματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, με ανακαλύψεις που τον φέρνουν στην ίδια και εξίσου περίοπτη θέση με τον μεγάλο στρατηλάτη, στον τομέα της Αρχαιολογίας πάντοτε.

Άνθρωπος απαράμιλλου ήθους, με δύο μεγάλες αγάπες: Την επιστήμη του, την Αρχαιολογία, και την Ελλάδα. Υπηρετώντας με πάθος την πρώτη, θεωρούσε ότι προσέφερε ύψιστες υπηρεσίες στη δεύτερη και στον Ελληνισμό!

Ενδεικτικό της αγάπης που είχε για την Ελλάδα είναι το γεγονός ότι κρατούσε μέχρι τέλους το ελληνικό διαβατήριο επί Σοβιετικής Ένωσης, με κόστος για τον ίδιο και την οικογένειά του, καθώς και το εξής περιστατικό, που μας διηγήθηκε ο κ. Χρήστος Γαλανίδης, πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και στενός φίλος του μεγάλου Έλληνα εκλιπόντος. Κάποια στιγμή, τη δεκαετία του ’90, επιστρέφοντας με αρχαιολογικές δόξες στην Ελλάδα, έφερε φωτογραφικό υλικό από τις ανασκαφές του, που είχαν συνταράξει τον κόσμο της Αρχαιολογίας. Το υλικό χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή επιστημονικού ντοκιμαντέρ, διεθνούς εμβέλειας και ενδιαφέροντος. Όταν ρωτήθηκε αν προτιμούσε κλασικούς όπως ο Τσαϊκόφσκι ή ο Προκόφιεφ για τη μουσική επένδυση του ντοκιμαντέρ, είπε επί λέξει: Νε παι Χρήστο, χάσον. Ντο δουλείαν έχουμε με τ’ ατοίντς. Ας παιζ’ τ’ εμέτερον μουσική, ποντιακά.

Όπως και έγινε.

Για όσους αναρωτιούνται γιατί ο εκλιπών κατέκτησε τη φήμη του Μεγάλου Αλεξάνδρου, να σημειώσουμε ότι αφενός μεν ανακάλυψε και ανέσκαψε τη νεκρόπολη του Γκονούρ Τεπέ, στην έρημο Καρακούμ, του Τουρκμενιστάν, και αφετέρου ανακάλυψε και ανέσκαψε τους επτά βασιλικούς τάφους του Τιλιά Τεπέ, στο βόρειο Αφγανιστάν, όπου βρέθηκαν 20.000 αντικείμενα από χρυσό.

Όσον αφορά τη δεύτερη ανακάλυψη, τα χρυσά αντικείμενα χρονολογούνται ανάμεσα στον 1ο αιώνα π.Χ. και τον 1ο αιώνα μ.Χ. και ανήκουν στη Δυναστεία των Κουσάν, που κατέλυσε το ελληνικό Βασίλειο της Βακτριανής.
Όσον αφορά την πρώτη ανακάλυψη, καλό είναι να διαβάσουμε τι είπε ο ίδιος ο εκλιπών στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» το 1998:

«Για την έρημο του Καρακούμ πίστευαν ότι δεν την είχε πατήσει ποτέ άνθρωπος. Πριν από 30 χρόνια αποφάσισα να δω αν αυτό αληθεύει. Και ανακαλύψαμε όχι μόνο την παρουσία του ανθρώπου, αλλά τον πέμπτο πολιτισμό του κόσμου. Πριν ξέραμε τους πολιτισμούς της Κίνας, της Ινδίας, της Αιγύπτου, της Μεσοποταμίας. Και τώρα γνωρίσαμε και ανακαλύψαμε τον πέμπτο πολιτισμό, αυτόν της Κεντρικής Ασίας, που είναι μια μικρή Μεσοποταμία».

Μπορεί αυτός ο μεγάλος Έλληνας να ανακάλυψε τον πέμπτο πολιτισμό της ανθρωπότητας, δεν είχε ανακαλύψει όμως ακόμα τον πολιτισμό που «αναδύει» αυτό που λέγεται ελλαδικό κράτος. Παρότι απολάμβανε τιμή αρχηγού κράτους από το Τουρκμενιστάν και ύψιστης τιμής από τη Ρωσία, όταν ζήτησε να πάρει την ελληνική υπηκοότητα, αυτήν που δίνουν αφειδώς σε κάθε… πικραμένο οι Νεοέλληνες «εκσυγχρονιστές», δεν του έγινε απολύτως καμία διευκόλυνση και αναγκάστηκε να καθίσει στην ουρά, παρά τα προβλήματα που είχε με τα πόδια του.

Όταν δε κατέθεσε το επιστημονικό του έργο, τις περγαμηνές του και αντίγραφα από τα 20 βιβλία του στο υπουργείο Πολιτισμού, προκειμένου να του δοθεί η σύνταξη επιστήμονα, διαπίστωσε ότι η έρημος του Καρακούμ ήταν πολύ πιο φιλόξενη από την έρημο του ελλαδικού κράτους, το οποίο του χορήγησε τελικώς σύνταξη του OΓA ύψους 192 ευρώ μηνιαίως!

Την τελευταία απρέπεια, που φθάνει ως τον βαθμό της έσχατης αθλιότητας, την εισέπραξε μετά θάνατον από το ελλαδικό κράτος. Στην τελετή που έγινε στην αίθουσα της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών και στην κηδεία του στο νεκροταφείο Τροεκούροβσκογε της Μόσχας τον τίμησαν επίσημες αντιπροσωπίες από τη Ρωσία και το Τουρκμενιστάν, το οποίο μάλιστα διεκδίκησε τη σορό του, ενώ από την Ελλάδα, σύμφωνα με μαρτυρία παρισταμένων, έστειλαν όχι στεφάνι αλλά ένα μπουκέτο λουλούδια με τα ελληνικά χρώματα, χωρίς να παρευρεθεί κανένας αντιπρόσωπος της πρεσβείας ή του προξενείου, χωρίς συλλυπητήρια τηλεγραφήματα από το υπουργείο Πολιτισμού και την κυβέρνηση.

Αχ, Ελλάδα…

δημοκρατία

Comments